Τίτλος: Απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης και ανάκτησης, ερειδόμενη επί εθνικής κανονιστικής διάταξης μη συμβατής με το ενωσιακό δίκαιο, στερείται νομίμου ερείσματος. Επανεκδίκαση αίτησης αναίρεσης κατόπιν απόφασης του ΔΕΕ επί υποβληθέντων ενώπιόν του προδικαστικών ερωτημάτων.
Περίληψη: Δημοσιονομική διόρθωση με ανάκτηση, λόγω μη τήρησης της υποχρέωσης περί μη μεταβίβασης των πάγιων περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης για χρονικό διάστημα πέντε ετών από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης ολοκλήρωσης της επένδυσης. Έλεγχος δικαιοδοσίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Προδικαστική παραπομπή ενώπιον του ΔΕΕ κατ’ άρθρο 267 ΣΛΕΕ. Mετά την έκδοση της απόφασης του ΔΕΕ και την επανεισαγωγή της εκδίκασης της υπόθεσης ενώπιον της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν χωρεί στάδιο επανεκτίμησης των λόγων αναίρεσης. Κρίση του ΔΕΕ ότι εθνική κανονιστική ρύθμιση η οποία επιβάλλει, ανεξαιρέτως, στον δικαιούχο επιδότησης καταβληθείσας στο πλαίσιο επενδυτικής πράξης συγχρηματοδοτούμενης από τα διαρθρωτικά Ταμεία της Ένωσης την υποχρέωση να μη μεταβιβάζει, για διάστημα πέντε ετών από την έκδοση της απόφασης περί ολοκλήρωσης της οικείας επένδυσης, μονάδα την οποία αφορά η εν λόγω πράξη, επ’ απειλή δημοσιονομικής διόρθωσης συνεπαγόμενης την ολική ή μερική ανάκτηση της επιδότησης αυτής είναι μη συμβατή με το ενωσιακό δίκαιο. Ενόψει της ερμηνείας αυτής, η ένδικη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης και ανάκτησης, ερειδόμενη επί διάταξης μη συμβατής με το ενωσιακό δίκαιο και άρα μη εφαρμοστέας στερείται νομίμου ερείσματος. Δέχεται την αναίρεση, διακρατεί την υπόθεση και τη δικάζει, δέχεται την έφεση και ακυρώνει την απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης.
Απόφαση επί άρσης αμφιβολίας που παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια με το 1/2023 Πρακτικό του Στ΄ Κλιμακίου αναφορικά με το αν το Πεδίο Βολής Κρήτης εμπίπτει στην έννοια του όρου «δημόσιος οργανισμός» του άρθρου 324 παρ. 1 του ν. 4700/2020 ούτως ώστε οι συμβάσεις που συνάπτει να υπάγονται στον προσυμβατικό έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά το ανωτέρω άρθρο. Η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την 1099/2023 απόφασή της, έκρινε, επί της παραπεμφθείσας ενώπιόν της αμφιβολίας, ότι οι συμβάσεις που συνάπτει το Πεδίο Βολής Κρήτης υπάγονται στον προσυμβατικό έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατ’ άρθρο 324 του ν. 4700/2020, διότι συνιστά ιδιότυπη και ιδιόρρυθμη δημόσια υπηρεσία, η οποία εντάσσεται εντός του ευρύτερου οργανογράμματος του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, διοικείται από διοικητή, ο οποίος ορίζεται από το Ελληνικό Κράτος και δεσμεύεται, ως προς τη διοίκηση, διαχείριση και εν γένει λειτουργία του, προεχόντως και ειδικώς από τα οριζόμενα στην πολυμερή συμφωνία και από τις αποφάσεις της UNAC και, συμπληρωματικά, από την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία του ελληνικού Κράτους. Περαιτέρω, εξυπηρετεί επιτακτικούς σκοπούς δημοσίου συμφέροντος, συνδεόμενους με τις ανάγκες της εθνικής άμυνας και την εκπλήρωση των ιδιαίτερων συμβατικών υποχρεώσεων της Ελλάδας στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, ενώ η χρηματοδότησή του αποτελεί εξαιρετική μορφή ιδιότυπης δημόσιας χρηματοδότησης. Μετά δε την άρση της τιθέμενης αμφιβολίας, η υπόθεση αναπέμφθηκε στο Στ΄ Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Απόφαση που εκδόθηκε επί αίτησης άρσης αμφιβολίας που υπεβλήθη από το Ζ’ Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου αναφορικά με το περιεχόμενο των εννοιών «σύμβαση» και «προϋπολογιζόμενη δαπάνη» του άρθρου 324 παρ.1 του ν.4700/2020, προκειμένου να κριθεί το παραδεκτό της υπαγωγής σε έλεγχο νομιμότητας της διαδικασίας επιλογής παρόχου και του σχεδίου σύμβασης μεταξύ της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων και του αντισυμβαλλόμενου παρόχου υπηρεσιών τηλεπικοινωνίας με αντικείμενο την παροχή καθολικής υπηρεσίας επαρκούς ευρυζωνικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένης της υποκείμενης σύνδεσης σε σταθερή θέση. Ενώπιον της Ολομέλειας ήχθησαν τα ακόλουθα ερωτήματα: Πρώτον, εάν η σύμβαση παροχής καθολικής υπηρεσίας της ΕΕΤΤ υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 324 του ν. 4700/2020 και, δεύτερον, εφόσον κριθεί ότι η σύμβαση υπάγεται στον προσυμβατικό έλεγχο του Δικαστηρίου, εάν για τον υπολογισμό της προϋπολογιζόμενης δαπάνης, κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 324 του ν. 4700/2020, πρέπει να εφαρμοστούν κατ’ αναλογία τα κριτήρια υπολογισμού του άρθρου 8 παρ. 1 έως 3 του ν. 4413/2016. Επί του πρώτου ερωτήματος, η Ολομέλεια αποφάνθηκε ότι οι συμβάσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας που συνάπτει η ΕΕΤΤ δεν εξαιρούνται ρητώς από τον προσυμβατικό έλεγχο δυνάμει του άρθρου 325 του ν.4700/2020, εξυπηρετούν δημόσιο σκοπό και δεν φέρουν απολύτως αναγκαστικό χαρακτήρα. Συνεπώς, δεν εκφεύγουν της εφαρμογής του άρθρου 324 του ν. 4700/2020. Επί του δευτέρου ερωτήματος, η Ολομέλεια απεφάνθη ότι η επίμαχη σύμβαση προσιδιάζει στις συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσίας, αφού ο αντισυμβαλλόμενος της ΕΕΤΤ παρέχει υπηρεσίες έναντι αμοιβής και αναδεχόμενος την ευθύνη και τον επιχειρηματικό κίνδυνο για την οργάνωση, λειτουργία και παροχή των υπηρεσιών, συνεπώς για τον προσδιορισμό της προϋπολογιζόμενης δαπάνης υπό την έννοια του άρθρου 324 του ν. 4700/2020 τυγχάνουν αναλογικά εφαρμοστέες οι διατάξεις του άρθρου 8 παρ. 1 έως 3 του ν. 4413/2016.
Απόφαση που εκδόθηκε επί αίτησης άρσης αμφιβολίας που υπεβλήθη από το Ζ’ Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου αναφορικά με το περιεχόμενο των εννοιών «σύμβαση» και «προϋπολογιζόμενη δαπάνη» του άρθρου 324 παρ.1 του ν.4700/2020, προκειμένου να κριθεί το παραδεκτό της υπαγωγής σε έλεγχο νομιμότητας της διαδικασίας επιλογής παρόχου και του σχεδίου σύμβασης μεταξύ της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων και του αντισυμβαλλόμενου παρόχου υπηρεσιών τηλεπικοινωνίας με αντικείμενο την παροχή καθολικής υπηρεσίας επαρκούς ευρυζωνικής πρόσβασης στο διαδίκτυο και φωνητικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένης της υποκείμενης σύνδεσης σε σταθερή θέση. Ενώπιον της Ολομέλειας ήχθησαν τα ακόλουθα ερωτήματα: Πρώτον, εάν η σύμβαση παροχής καθολικής υπηρεσίας της ΕΕΤΤ υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 324 του ν. 4700/2020 και, δεύτερον, εφόσον κριθεί ότι η σύμβαση υπάγεται στον προσυμβατικό έλεγχο του Δικαστηρίου, εάν για τον υπολογισμό της προϋπολογιζόμενης δαπάνης, κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 324 του ν. 4700/2020, πρέπει να εφαρμοστούν κατ’ αναλογία τα κριτήρια υπολογισμού του άρθρου 8 παρ. 1 έως 3 του ν. 4413/2016. Επί του πρώτου ερωτήματος, η Ολομέλεια αποφάνθηκε ότι οι συμβάσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας που συνάπτει η ΕΕΤΤ δεν εξαιρούνται ρητώς από τον προσυμβατικό έλεγχο δυνάμει του άρθρου 325 του ν.4700/2020, εξυπηρετούν δημόσιο σκοπό και δεν φέρουν απολύτως αναγκαστικό χαρακτήρα. Συνεπώς, δεν εκφεύγουν της εφαρμογής του άρθρου 324 του ν. 4700/2020. Επί του δευτέρου ερωτήματος, η Ολομέλεια απεφάνθη ότι η επίμαχη σύμβαση προσιδιάζει στις συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσίας, αφού ο αντισυμβαλλόμενος της ΕΕΤΤ παρέχει υπηρεσίες έναντι αμοιβής και αναδεχόμενος την ευθύνη και τον επιχειρηματικό κίνδυνο για την οργάνωση, λειτουργία και παροχή των υπηρεσιών, συνεπώς για τον προσδιορισμό της προϋπολογιζόμενης δαπάνης υπό την έννοια του άρθρου 324 του ν. 4700/2020 τυγχάνουν αναλογικά εφαρμοστέες οι διατάξεις του άρθρου 8 παρ. 1 έως 3 του ν. 4413/2016.
Προέχον κριτήριο για τον καθορισμό του διοικητικού χαρακτήρα μιας διαφοράς είναι να προέρχεται από τη δραστηριότητα δημοσίου φορέα ευρισκόμενου σε υπερέχουσα θέση έναντι των διοικουμένων για την εκπλήρωση δημόσιου σκοπού. Το δε κριτήριο της υποκείμενης σχέσης προκειμένου να καθορισθεί ο ιδιωτικός ή διοικητικός χαρακτήρας μιας διαφοράς στο πλαίσιο του Συντάγματος, το οποίο δίνει προτεραιότητα στη φύση της εξουσίας που ασκείται και όχι του δικαιώματος που προσβάλλεται, εφαρμόζεται επικουρικά, μόνο στις περιπτώσεις που δεν υφίσταται διοικητική πράξη ή παράλειψη προς θεραπεία δημόσιου σκοπού, αλλά ειδική έννομη σχέση. Η έκδοση από όργανο της εκτελεστικής λειτουργίας καταλογιστικής πράξης που κατατείνει στο δημόσιο σκοπό της τακτοποίησης λογαριασμού δημόσιας διαχείρισης, κατ΄ ενάσκηση δημόσιας εξουσίας, συγκεντρώνει όλες τις ανωτέρω προϋποθέσεις της διοικητικής διαφοράς, μη εφαρμοζομένου συνεπώς του κριτηρίου της υποκείμενης σχέσης. Καταλογισμός μέλους διοικητικού συμβουλίου δημοτικής επιχείρησης – αναιρεί την αναιρεσιβαλλόμενη και αναπέμπει στο Δεύτερο Τμήμα προκειμένου να εξετασθεί λόγος έφεσης περί μη εφαρμογής της αρχής της αναλογικότητας
Ανακοπή του Δημοσίου κατά επιταγής προς πληρωμή εκτελεστού απογράφου απόφασης του πρώην ΙΙ Τμήματος. Ο ισχυρισμός του Δημοσίου ότι για το διάστημα από 11-6-2015 έως 12-5-2016 επήλθε, δυνάμει του άρθρου 33 ν. 4734/2020, απόσβεση της επιδικασθείσας αξίωσης ερειδόμενης στην υποπ. Β3 της παρ. Β του άρθρου πρώτου του ν. 4073/2012, πρέπει να είναι συγκεκριμένος σε εξατομικευμένο επίπεδο και να αποδεικνύεται η σχετική καταβολή αμέσως, άλλως είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος. Έννοια κατάχρησης δικαιώματος.
Ανακοπή κατά ταμειακής βεβαίωσης και κατάσχεσης εις χείρας τρίτου. Οι πράξεις που εκδίδονται στο πλαίσιο της διαδικασίας της διοικητικής εκτέλεσης για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων πάσχουν ακυρότητα, εφόσον δεν στηρίζονται σε νόμιμο τίτλο βεβαίωσης του εσόδου. Ακύρωση προσβαλλόμενων πράξεων λόγω μη έκδοσης εκτελεστής πράξης με την οποία να προσδιορίζεται κατά ποσό και αιτία η απαίτηση του Δήμου για την επιστροφή των αχρεωτήτως ληφθεισών αποδοχών.
Δικαιοδοσία ΕλΣυν – καταλογιστική πράξη ερειδόμενη σε έννομη σχέση που αναπτύχθηκε μεταξύ των μερών ως αντιδίκων σε δίκη ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων και εκδίδεται σε εκτέλεση απόφασης αυτών, δημιουργεί ιδιωτική διαφορά για την επίλυση της οποίας δικαιοδοσία έχουν τα πολιτικά δικαστήρια.
Δικαιοδοσία ΕλΣυν - Οι πράξεις παρακράτησης κατ΄ εφαρμογή του νέου μισθολογικού νόμου 4354/2015, με τις οποίες αναζητείται από δημόσιο υπάλληλο ή λειτουργό η επιστροφή αχρεωστήτως ληφθεισών αποδοχών, δεν αποτελούν πράξεις ελέγχου λογαριασμών, αλλά πράξεις που αναφύονται κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας περί αποδοχών του προσωπικού γενικώς του Δημοσίου και συνιστούν ως εκ τούτου διοικητικές διαφορές ουσίας - παραπομπή στο αρμόδιο Διοικητικό Πρωτοδικείο.
Πολιτικός συνταξιούχος (πρώην δικαστικός λειτουργός). Δεν κωλύεται, εκ του άρθρου 60 παρ. 1 εδ. α΄ του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων και του άρθρου 10 παρ. 7 του ν. 3075/2002, η διεκδίκηση αποζημίωσης, κατά το άρθρο 105 Εισ.Ν.Α.Κ., λόγω παράνομης στέρησης συνταξιοδοτικής φύσης παροχής αναδρομικά για το πέραν της τριετίας από την έκδοση της οικείας συνταξιοδοτικής πράξης χρονικό διάστημα. Αρχή σταθερής αναλογίας. Δικαιοδοσία Ελεγκτικού Συνεδρίου επί υποθέσεων δικαστών όταν τα σχετικά ζητήματα έχουν ήδη κριθεί από το Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος.
Υπόλογοι Δήμων - παθητική νομιμοποίηση Δημοσίου -οι εναλλακτικοί πάροχοι ηλεκτρικού ρεύματος, υποχρεούμενοι εκ του νόμου σε είσπραξη δημοτικών τελών και τελών ακίνητης περιουσίας από τους συνδρομητές τους και σε περαιτέρω απόδοσή τους στους οικείους δήμους, διαχειρίζονται δημοτικό χρήμα και αποκτούν την ιδιότητα του υπολόγου, η δε παράλειψη απόδοσης των ποσών δημιουργεί έλλειμμα καταλογιστέο σε αυτούς – δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου για εκδίκαση των σχετικών διαφορών - προηγούμενη ακρόαση.
Στερείται αυτοτέλειας και είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη αγωγή αποζημίωσης που ασκήθηκε, κατά παράκαμψη της καθοριζόμενης διαδικασίας στο άρθρο 66 του (τότε ισχύοντος) Συνταξιοδοτικού Κώδικα, σε χρόνο προγενέστερο της 4ης.7.2006, ήτοι πριν προβλεφθεί η αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και στις δίκες ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Οικονομικές ενισχύσεις ΕΛΓΑ. Δικαιοδοσία Ελεγκτικού Συνεδρίου. Οι λαβόντες την ενίσχυση αναλαμβάνουν συμβατικώς, έναντι του ΕΛΓΑ και του Ελληνικού Δημοσίου, συγκεκριμένες υποχρεώσεις αξιοποίησης της ενίσχυσης αυτής, υποκείμενοι σε έλεγχο και λογοδοσία και υποχρεούμενοι να επιστρέψουν το ποσό της ενίσχυσης σε περίπτωση παράβασης των υποχρεώσεων αυτών, ως εκ τούτου, είναι δημόσιοι υπόλογοι.
Δημόσια Σύμβαση κυρωθείσα με νόμο. Δημιουργία ελλείμματος από μη νόμιμες πληρωμές στο πλαίσιο της σύμβασης. Η συνταγματικά κατοχυρωμένη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί των διαφορών από την έκδοση απόφασης καταλογισμού, που συνιστά πράξη τακτοποίησης δημόσιου λογαριασμού, δεν περιορίζεται ούτε σε περίπτωση ρήτρας αποκλειστικής διαιτησίας. Ένδικα μέσα κατά διαιτητικής απόφασης. Δέσμευση Ελεγκτικού Συνεδρίου από το δεδικασμένο που απορρέει από διαιτητική απόφαση.
Απόφαση επιβολής προστίμου λόγω παραβίασης μακροχρόνιων υποχρεώσεων από υπαγωγή σε επενδυτικό νόμο (ν. 3299/2004). Έλλειψη δικαιοδοσίας Ελεγκτικού Συνεδρίου. Παραπέμπει στο αρμόδιο Διοικητικό Πρωτοδικείο.
: Καταλογισμός ΜΚΟ με χρηματική συνδρομή για την υλοποίηση αναπτυξιακού προγράμματος. Δικαιοδοσία Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ιδιότητα δημοσίου υπολόγου. Διαχείριση δημόσιου χρήματος βάσει σύμβασης. Παραβίαση αρχής αναλογικότητας. Μη δυνατότητα υπολογισμού τόκων υπερημερίας.
Χρηματοδότηση Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης (ΜΚΟ) από πιστώσεις του προϋπολογισμού του Υπουργείου Εξωτερικών. Ανάλωση χρηματοδότησης σε διαφορετικούς από τους συμφωνηθέντες σκοπούς. Δημιουργία ελλείμματος. Καταλογισμός της ΜΚΟ, ως δημόσιου υπολόγου, από τον διατάκτη. Γεννάται δημοσιονομική διαφορά, που υπάγεται στη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Πολιτικός συνταξιούχος (τέως δικαστικός λειτουργός) – Αγωγή άρθρου 105 ΕισΝ.Α.Κ. - µειώσεις άρθρων 1 παρ. 10 του ν. 4024/2011, 1 του ν. 4051/2012, της υποπαραγράφου Β.3 της παραγράφου Β του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 και του άρθρου 13 του ν. 4387/2016 – παθητική νοµιµοποίηση Ελληνικού
∆ηµοσίου (και) µετά την υπαγωγή των πολιτικών συνταξιούχων στον Ε.Φ.Κ.Α. – 164/2015 και 1/2018 αποφάσεις Ειδικού ∆ικαστηρίου άρθρου 88 Συντάγµατος