Θεμελιωτικές

Έφεση πολιτικού συνταξιούχου κατά τροποποίησης της αρχικής πράξης κανονισμού σύνταξής του, με την οποία αναπροσαρμόσθηκε (μειώθηκε) η σύνταξή του αναδρομικά από την ημερομηνία έναρξης πληρωμής αυτής, με βάση τις αποδοχές του Προϊσταμένου Διεύθυνσης, αντί εκείνων του Προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης, με βάση τις οποίες είχε αρχικά συνταξιοδοτηθεί, επειδή η απόφαση επιλογής και τοποθέτησής του σε θέση Προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης ακυρώθηκε με απόφαση του ΣτΕ. Στο πλαίσιο της υποχρέωσης συμμόρφωσής της προς τις δικαστικές αποφάσεις, η Διοίκηση υποχρεούται όχι μόνο να θεωρήσει ανίσχυρη και μη υφισταμένη στο νομικό κόσμο την ακυρωθείσα διοικητική πράξη, αλλά και να προβεί σε θετικές ενέργειες για την αναμόρφωση της νομικής κατάστασης, η οποία προέκυψε αμέσως ή εμμέσως από την πράξη αυτή, ανακαλώντας ή τροποποιώντας τις εν τω μεταξύ εκδοθείσες πράξεις ή εκδίδοντας νέες με αναδρομική ισχύ, προκειμένου να αποκαταστήσει τα πράγματα στη θέση στην οποία θα βρίσκονταν, εάν εξαρχής δεν είχε εκδοθεί η ακυρωθείσα πράξη ή δεν είχε λάβει χώρα η ακυρωθείσα παράλειψη. Δεδικασμένο από τη ακυρωτική απόφαση του ΣτΕ ως προς το κύρος διοικητικής πράξης, που έχει προσβληθεί ενώπιόν του. Το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν έχει εξουσία να εκφέρει διαφορετική κρίση, λόγω και της λειτουργικής συνέχειας της υπαλληλικής με τη συνταξιοδοτική σχέση, όσον αφορά τον αναδρομικό επαναπροσδιορισμό του ύψους της σύνταξης. Ακόμη και μετά την πάροδο μακρού χρόνου, δεν γεννώνται ζητήματα αντίθεσης προς τις αρχές της χρηστής διοίκησης ή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης ή άλλης συνταγματικής τάξης αρχή. Η έλλειψη υπαιτιότητας στο πρόσωπο του συνταξιούχου δεν ασκεί έννομη επιρροή κατά τον αναδρομικό επανακανονισμό της σύνταξής του ούτε μπορεί να περιορίσει τα αποτελέσματα αυτής της τροποποιητικής συνταξιοδοτικής πράξης, μεταβάλλοντας το χρονικό σημείο στο οποίο ανατρέχει η νέα συνταξιοδοτική του κατάσταση, αλλά μπορεί να ληφθεί υπόψη μόνο στο στάδιο προσβολής της σχετικής καταλογιστικής πράξης περί ανάκτησης των αχρεωστήτως ληφθέντων ποσών σύνταξης. Μειοψηφία: στις περιπτώσεις που η ακυρωθείσα κατ’ επίκληση δικαστικής ακύρωσης πράξη υπηρεσιακής εξέλιξης επιδρά στη νομιμότητα ήδη εκδοθείσας και από ικανού χρόνου εφαρμοζόμενης πράξης κανονισμού σύνταξης, επιβάλλοντας τη μερική τροποποίησή της, οι αντανακλαστικές συνταξιοδοτικές συνέπειες μείωσης της σύνταξης πρέπει να επέρχονται (εν όψει των συνταγματικών αρχών της ασφάλειας δικαίου, της σαφήνειας, της προβλεψιμότητας, της προστατευόμενης εμπιστοσύνης και της αναλογικότητας, αλλά και των εν τω μεταξύ ήδη διαμορφωθεισών για τον καλόπιστο συνταξιούχο πραγματικών συνθηκών) από τον χρόνο έκδοσης της τροποποιητικής συνταξιοδοτικής πράξης και όχι αναδρομικά από τον χρόνο αποχώρησης του συνταξιούχου από την ενεργό υπηρεσία. Απορρίπτει την έφεση.

 

 

Έφεση ενηλίκου και ανίκανου προς εργασία τέκνου αποβιώσαντος στρατιωτικού συνταξιούχου. Απόρριψη αιτήματος για ακύρωση πράξης απορριπτικής αίτησής του που αφορά σε κανονισμό σε αυτό σύνταξης κατά μεταβίβαση, με την αιτιολογία ότι κατά το χρόνο θανάτου του πατέρα του ήταν διαζευγμένος και, επομένως, δεν θεμελιώνεται υπέρ αυτού δικαίωμα σύνταξης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις της περ. β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του π.δ. 169/2007. Προϋπόθεση για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος από ορφανό άρρεν τέκνο στρατιωτικού συνταξιούχου, ανεξαρτήτως της ηλικίας στην οποία ευρίσκεται κατά το χρόνο επαγωγής του συνταξιοδοτικού του δικαιώματος, είναι η αγαμία, διότι σκοπός της ως άνω διάταξης είναι η παροχή προστασίας σε εκείνα μόνο τα ορφανά τέκνα που εξακολουθούν να διαμένουν στην πατρική οικογένεια χωρίς αυτονόμηση και ανεξαρτητοποίηση και τα οποία ο αποβιώσας συνταξιούχος πατέρας τους προστάτευε μέχρι το θάνατό του, στο πλαίσιο της φυσικής και ηθικής υποχρέωσης που έχουν οι γονείς προς τα τέκνα. Η αποσύνδεση από την πατρική οικογένεια δεν αίρεται από τη λύση του γάμου, με την οποία (λύση) το άτομο υπεισέρχεται αυτόματα στη νομική κατάσταση της διάζευξης, ώστε να αναβιώσουν συνταξιοδοτικά δικαιώματα, συνδεόμενα με την προηγούμενη κατάσταση της αγαμίας, υπό το καθεστώς της οποίας το άτομο τελούσε σε σχέση εξάρτησης και προστασίας από την πατρική οικογένεια. Συνεκτιμωμένου του προνοιακού χαρακτήρα της επίμαχης συνταξιοδοτικής παροχής και της συνακόλουθης ευρείας ευχέρειας που διαθέτει ο νομοθέτης κατά τη θέσπιση των προϋποθέσεων μεταβίβασης του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, δεν θίγεται η αρχή της αναλογικότητας για το λόγο ότι οι προϋποθέσεις αυτές έχουν τεθεί κατά τρόπο γενικό, απρόσωπο και αντικειμενικό, συνάδουν με τον σκοπό, για τον οποίο τέθηκαν, χωρίς να είναι προδήλως ακατάλληλες ή απρόσφορες ή να υπερβαίνουν το αναγκαίο για την επίτευξη του εν λόγω σκοπού μέτρο.

Έφεση πρώην Αρχιφύλακα της ΕΛΑΣ. Ακύρωση πράξης, με την οποία απορρίφθηκε αίτημά του για κανονισμό σε αυτόν στρατιωτικής σύνταξης, ως συνέπεια αναδρομικής ανάκλησης της απόφασης κατάταξής του στην ΕΛΑΣ, λόγω πλαστότητας του προσκομισθέντος τίτλου σπουδών. Η αφαίρεση από τη συντάξιμη υπηρεσία του εκκαλούντος του χρόνου που παρασχέθηκε στο Δημόσιο, συνεπεία της ανάκλησης της πράξης κατάταξής του στην ΕΛΑΣ μετά πάροδο μακροτάτου χρόνου από αυτήν και ανεξαρτήτως της υπαιτιότητάς του στην πρόκληση ή υποβοήθηση του παράνομου διορισμού, αντίκειται στα άρθρα 2 παρ. 1 και 25 παρ. 1 α΄ και δ΄ του Συντάγματος, καθώς και στο άρθρο 1 του (πρώτου) Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Ελλείψει νομοθετικής διάταξης για τον προσδιορισμό της καταβλητέας στον εκκαλούντα σύνταξης, η εύλογη ποσοτικά σχέση που πρέπει να υπάρχει μεταξύ των αποδοχών ενεργείας που λάμβανε και εκείνων που προσδιορίζονται από τη συνταξιοδοτική διοίκηση ως συντάξιμες πρέπει να υπολογιστεί όχι με βάση τις πράγματι καταβαλλόμενες σε αυτόν αποδοχές (του βαθμού του Αρχιφύλακα, στον οποίο είχε προαχθεί πριν από την απομάκρυνσή του), αλλά με βάση εκείνες που αντιστοιχούν στον κατώτερο βαθμό της Κατηγορίας Β΄ του άρθ. 124 του ν. 4472/2017, ήτοι στο βαθμό του Αστυφύλακα (που αποτελεί τον πρώτο βαθμό, με τον οποίο κατατάσσονται τα μόνιμα στελέχη της ΕΛΑΣ της ανωτέρω Κατηγορίας), εφαρμοζομένων αναλόγως των σχετικών διατάξεων που αφορούν στις αποδοχές της Κατηγορίας αυτής και αφού ληφθεί υπόψη η αντίστοιχη υπηρεσιακή του εξέλιξη σύμφωνα με τα έτη υπηρεσίας του στην ΕΛΑΣ.

Συνταξιούχοι βουλευτές.Υποβολή προδικαστικού ερωτήματος στην Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου αν κατά την ορθή έννοια των διατάξεων των άρθρων 4 παρ. 1 και 55 του ν. 4387/2016, στον νέο δημόσιο ασφαλιστικό φορέα (ΕΦΚΑ και ήδη e- ΕΦΚΑ) εντάσσονται ή όχι και οι βουλευτές που είχαν εκλεγεί πριν από την θέση σε ισχύ του ν. 4093/2012 και την από 1.1.2013 μεταβολή του συστήματος των βουλευτικών συντάξεων και εν γένει οι βουλευτές που εμπίπτουν στις διατάξεις του ν.δ/τος 99/1974, καθώς και οι προς αυτούς εξομοιούμενοι. Επί θετικής απάντησης, περαιτέρω ερώτημα για τρόπο υπολογισμού των συντάξεων των βουλευτών που εμπίπτουν στο ν.δ. 99/1974 και των προς αυτούς εξομοιούμενων. Εάν γίνει δεκτό ότι οι συνταξιούχοι βουλευτές κατ’ αρχήν εμπίπτουν στο πλαίσιο απονομής συνταξιοδοτικών παροχών του ν. 4387/2016 περαιτέρω ερωτήματα για τους βουλευτές που έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα υπό την ισχύ του ν.δ/τος 99/1974 και συμπληρώνουν το όριο ηλικίας καταβολής της σύνταξής τους μετά την δημοσίευση του ν. 4387/2016, για τους βουλευτές που έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης πριν από την δημοσίευση του τελευταίου αυτού νόμου και γενικά αν οι συντάξεις των βουλευτών που πληρούν τους όρους καταβολής της σύνταξης μετά την θέση σε ισχύ του ν. 4387/2016, πρέπει να υπολογίζονται με βάση το νέο σύστημα κανονισμού συντάξεων, ήτοι σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 6 παρ. 1 β και γ, 7, 8 και 94 παρ. 2 αυτού, ανεξαρτήτως του χρόνου θεμελίωσης του δικαιώματος και υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.

Κανονισμός σύνταξης, με βάση τις διατάξεις του ν. 4387/2016, μετά την παραπεμπτική στο Τμήμα 2020/2020 απόφαση της Ολομέλειας. Οριακός δικαστικός έλεγχος. Κρίση περί της ύπαρξης «εύλογης αναλογίας» μεταξύ σύνταξης και μεσαίου μεγέθους αποδοχών ενεργείας στρατιωτικής συνταξιούχου. Προσδιορισμός του αριθμητικού ποσοστού αναλογίας μεταξύ σύνταξης και αποδοχών ενεργείας πέραν του οποίου, κατά τρόπο κατάδηλο, η αναλογία παύει να είναι εύλογη, σε 45%. Ειδικότερη γνώμη. Δέχεται εν μέρει. Παραπέμπει την υπόθεση στην αρμόδια Διεύθυνση του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης προκειμένου να κανονισθεί σύνταξη στην εκκαλούσα, μη υπολειπόμενη ποσοστού 45% επί των τελευταίων αποδοχών ενεργείας της.

Η προϋπόθεση της διάρκειας τουλάχιστον έξι μηνών του εξ ανασυστάσεως γάμου, προκειμένου να μεταβιβασθεί η σύνταξη του θανόντος στον επιζώντα σύζυγο, δεν είναι εφαρμοστέα διότι εισάγει αδικαιολόγητη – αντίθετη στην αρχή της ισότητας -  δυσμενή διάκριση των εξ ανασυστάσεως γάμων που  δεν έχουν συμπληρώσει διάρκεια έξι μηνών σε σχέση με εκείνους που έχουν διαρκέσει τουλάχιστον έξι μήνες.

Δεν συνιστούν αδικαιολόγητη δυσμενή διάκριση σε βάρος των διαζευγμένων υιών στρατιωτικών συνταξιούχων οι εξαιρετικές διατάξεις που επιτρέπουν την μεταβίβαση της γονικής σύνταξης μόνο σε διαζευγμένες θυγατέρες αυτών, αφού αποτελούν επιτρεπτά κατά το Σύνταγμα θετικά μέτρα αποσκοπώντα στην προστασία των γυναικών που κατά το παρελθόν είχαν μειωμένες ευκαιρίες πρόσβασης στην κοινωνική και επαγγελματική ζωή. Επεκτατική ισότητα. Οι ευνοϊκές αυτές διατάξεις δεν μπορούν να επεκταθούν και στους διαζευγμένους υιούς στρατιωτικών συνταξιούχων.

H κατάργηση, με το άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 4488/2017, της περίπτωσης β΄ του άρθρου 62 του Συνταξιοδοτικού Κώδικα, συνεπαγόμενη την απόληψη από τον επίορκο, παρανομήσαντα σε βάρος του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και καταδικασθέντα υπάλληλο, σύνταξης του αυτού ύψους με τον ευόρκως υπηρετήσαντα υπάλληλο, αντίκειται στην προβλεπόμενη στην παρ. 1 του άρθρου 4 του Συντάγματος αρχή της ισότητας και στην απορρέουσα από αυτή αρχή της αξιοκρατίας, καθώς εξομοιώνει, κατά παραβίαση των αρχών αυτών, ανόμοιες καταστάσεις. Το Δικαστήριο δύναται να περιορίσει τη σύνταξη του επίορκου υπαλλήλου κατ’ εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας. Παραπομπή προδικαστικού ερωτήματος στην Ολομέλεια.

Στέρηση σύνταξης δυνάμει των άρθρων 62 και 64 του ΚΠΣΣ. Η προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 62 περ. β΄ του Συνταξιοδοτικού Κώδικα εφ’ όρου ζωής ολική στέρηση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, που επιβάλλεται αυτοδίκαια λόγω της αμετάκλητης ποινικής καταδίκης για συγκεκριμένα αδικήματα, συνιστά κύρωση η οποία δεν τελεί σε σχέση δίκαιης ισορροπίας προς τον επιδιωκόμενο με τη διάταξη αυτή σκοπό δημοσίου συμφέροντος, ούτε τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με αυτόν. Το Δικαστήριο ακυρώνει την πράξη κανονισμού σύνταξης στη σύζυγο του εκκαλούντος χωρίς να υποχρεούται να ορίσει τον κανονισμό στον εκκαλούντα μειωμένης σύνταξης κατ’ εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας (αντίθετη μειοψηφία).

Παραπομπή προδικαστικών ερωτημάτων στην Ολομέλεια : α) αν η κατ’ εξαίρεση θεσπισθείσα με τη διάταξη της παραγράφου 5α του άρθρου 2 του ν. 4151/2013 ετήσια προθεσμία προσβολής της τεκμαιρόμενης σιωπηρής απόρριψης ενστάσεων, που κατά τον χρόνο δημοσίευσης του νόμου αυτού (29.4.2013) εκκρεμούσαν για εκδίκαση ενώπιον της καταργούμενης Επιτροπής Ελέγχου Πράξεων Κανονισμού Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, καταλαμβάνει τις σιωπηρές απορρίψεις ενστάσεων που συντελέστηκαν - μετά πάροδο τριμήνου από την υποβολή τους - από 12.4.2012 και μετά, οπότε και ίσχυε η συντομότερη προθεσμία των διατάξεων του άρθρου 6 του ν. 4002/2011, β) αν πραγματικά περιστατικά, όπως της κρινόμενης υπόθεσης, δικαιολογούν, κατ’ εφαρμογή των αρχών της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του διοικουμένου και της αναλογικότητας, την κάμψη του πάγιου κανόνα της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του Συνταξιοδοτικού Κώδικα (π.δ. 169/2007), σύμφωνα με τον οποίο η συντάξιμη υπηρεσία του τακτικού υπαλλήλου υπολογίζεται από την ανάληψη της υπηρεσίας, εφόσον αυτή έλαβε χώρα μετά πάροδο τριάντα ημερών από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, προκειμένου αυτή να υπολογιστεί από την ως άνω δημοσίευση.

Στερείται αυτοτέλειας και είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη αγωγή αποζημίωσης που ασκήθηκε, κατά παράκαμψη της καθοριζόμενης διαδικασίας στο άρθρο 66 του (τότε ισχύοντος) Συνταξιοδοτικού Κώδικα, σε χρόνο προγενέστερο της 4ης.7.2006, ήτοι πριν προβλεφθεί η αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και στις δίκες ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Άρθρο 11 του Συνταξιοδοτικού Κώδικα. Ο χρόνος κατά τον οποίο ο υπάλληλος διετέλεσε νόμιμα σε κατάσταση αργίας, κατόπιν άσκησης ποινικής δίωξης για αδίκημα που δύναται να επιφέρει την έκπτωσή του από την υπηρεσία, δεν θεωρείται συντάξιμος και δεν λαμβάνεται υπόψη κατά τον υπολογισμό της συνολικής συντάξιμης υπηρεσίας του, υπό την προϋπόθεση ότι δεν επακολούθησε η αθώωσή του, η δε απονομή χάριτος ενεργεί μόνο για το μέλλον και δεν επηρεάζει την εγκυρότητα και νομιμότητα της θέσης σε αργία.

Απαγόρευση της πολυθεσίας στο Δημόσιο. Οι συνταξιούχοι του Δημοσίου και οι συνταξιούχοι του δημόσιου τομέα (κατά την έννοια του άρθρου 6 παρ. 1 του ν.1256/1982) οι οποίοι υπηρετούν ή προσλαμβάνονται ως υπάλληλοι του Δημοσίου και λαμβάνουν συγχρόνως τόσο τις αποδοχές της θέσης τους όσο και τη σύνταξή τους (από ίδιο δικαίωμα ή κατά μεταβίβαση) δεν μπορούν να αναγνωρίσουν τον χρόνο εργασίας τους ως συντάξιμο.

Η χρονική διάρκεια γάμου ως προϋπόθεση θεμελίωσης συνταξιοδοτικού κατά μεταβίβαση δικαιώματος υπέρ του επιζώντος συζύγου θανόντος πολιτικού συνταξιούχου του Δημοσίου. Εξαίρεση σε περίπτωση νομικού κωλύματος που εμπόδιζε την τέλεση γάμου αν έχει προηγηθεί μακροχρόνια ελεύθερη συμβίωση των μετέπειτα συζύγων.

Κανονισμός σύνταξης ανδρός υπαλλήλου δυνάμει της περ. β της παρ. 1 του άρθρου 56 ΚΠΣΣ, όπως ίσχυε κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα. Η διαφορετική συνταξιοδοτική μεταχείριση ανδρών και γυναικών αναφορικά με το έτος συνταξιοδότησης (60ο έτος για τους άνδρες και 58ο για της γυναίκες) συνιστά δυσμενή διάκριση εις βάρος των πρώτων έναντι των δευτέρων, με μόνο κριτήριο το φύλο τους, η οποία δεν δικαιολογείται από λόγους γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος.

Μη νόμιμη η άρνηση της συνταξιοδοτικής διοίκησης να κανονίσει σύνταξη κατά μεταβίβαση στην εκκαλούσα ως διαζευγμένη άγαμη θυγατέρα του θανόντος πολιτικού συνταξιούχου πατρός της (πρώην εφημέριος). Όμως παρίσταται αλυσιτελής η αναπομπή της υπόθεσης στη διοίκηση καθότι η εκκαλούσα δεν πληρούσε κατά το χρόνο της επαγωγής το προβλεπόμενο από τις εφαρμοζόμενες διατάξεις, στην υπό κρίση περίπτωση, ηλικιακό όριο, προϋπόθεση που είναι αντικειμενική, προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου και λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπόψη από το Τμήμα υπό το φως του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 ΕΣΔΑ.

Απόρριψη αιτήματος κανονισμού σύνταξης κατά μεταβίβαση σε άγαμη θυγατέρα αποβιώσαντος πολιτικού υπαλλήλου. Ενόψει της σοβαρότητας του διακυβεύματος, και υπό το φως των άρθρων 3 και 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ και του άρθρου 1 ΠΠΠ της Σύμβασης, η αιτούσα δύναται να αμφισβητήσει το ύψος του εισοδήματός της που προσδιορίστηκε από την συνταξιοδοτική διοίκηση τεκμαρτώς. Δεκτή η έφεση λόγω αοριστίας της αιτιολογίας ότι η εκκαλούσα διέθετε κατά το χρόνο της επαγωγής εισόδημα ανώτερο του κατώτατου ορίου σύνταξης του Δημοσίου.

Άρθρο 23 π.δ/τος 166/2000 (Α΄ 153). Το τραύμα ή η νόσος προέρχεται εξαιτίας της υπηρεσίας όταν προκαλούνται από αίτια που οφείλονται στην όλη κατάσταση στην οποία διατελεί ο δημόσιος λειτουργός λόγω της ιδιότητάς του αυτής και των συναφών υπηρεσιακών του υποχρεώσεων, μεταξύ δε της υπηρεσίας και του παθήματος πρέπει να εντοπίζεται αιτιώδης σύνδεσμος κατά τρόπο πρόδηλο και μη επιδεχόμενο καμία αμφισβήτηση.

 H διαζευγμένη θυγατέρα συνταξιούχου σιδηροδρομικού υπαλλήλου, ο πατέρας της οποίας απεβίωσε από 21.7.2010 (ημερομηνία δημοσίευσης του ν.3865/2010) και εφεξής, δεν θεμελιώνει δικαίωμα εκ μεταβιβάσεως σύνταξης από το Δημόσιο. Οι εν λόγω διατάξεις δεν αντίκεινται στα άρθρα 4 και 25 του Συντάγματος και 1 του (πρώτου) Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ

Ευνοϊκότερες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης γυναικών (άρθρο 56 παρ. 1 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, ως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του από 1.1.2011 με το ν. 3865/2010 και εφαρμόζεται επί όσων είχαν ήδη θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα μέχρι την 31η.12.2010). Παραβίαση της αρχής της ισότητας (άρθρα 4 παρ. 1 Συντάγματος, 157 παρ. 2 ΣΛΕΕ). Επεκτατική εφαρμογή επί των ανδρών υπαλλήλων (μειοψηφία).

Κανονισμός χορηγίας - προϋποθέσεις. Δεν συνυπολογίζεται ο χρόνος κατά τον οποίο ο αιτούμενος χορηγία παρείχε δημόσια υπηρεσία και ο οποίος υπολογίσθηκε για τον κανονισμό της σύνταξής του ως δημοσίου υπαλλήλου.

Έφεση – Συντάξεις-προϋποθέσεις συνταξιοδότησης– Προϋποθέσεις θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος υπό τον ν.2084/1992 – Όριο ηλικίας ως προϋπόθεση θεμελίωσης - υπάλληλος γονέας ανήλικου τέκνου – αναγνώριση πλασματικού χρόνου τέκνου και χρόνου άδειας άνευ αποδοχών λόγω ανατροφής τέκνου – χρονικό διάστημα λογιζόμενο ως συντάξιμος χρόνος ολόκληρου έτους

Άρθρα 62 περ. β και 63 παρ. 1 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (όπως ίσχυαν πριν τροποποιηθούν με τα άρθρα 3 του ν.4151/2013, καθώς και 2 και 5 του ν.4488/2017). Οριστική απώλεια του συνταξιοδοτικού δικαιώματος - πλήρης αναστολή του έως τη λήξη επιβληθείσας ποινής κάθειρξης. Οι διατάξεις αυτές αντίκεινται στα άρθρα 25 παρ 1 εδ. δ΄ του Συντάγματος και το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.

Κρίση ουσίας του Δικαστηρίου επί αιτήματος συνταξιοδότησης στρατιωτικού ως παθόντος προδήλως και αναμφισβητήτως εξαιτίας της υπηρεσίας, ένεκα αλλεπάλληλων πλημμελώς αιτιολογημένων γνωματεύσεων της ΑΣΥΕ.

Θάνατος αστυνομικού, κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας, προδήλως και αναμφισβητήτως εξαιτίας αυτής. Κανονισμός εκ μεταβιβάσεως σύνταξης στον πατέρα του. Έννοια διατεταγμένης υπηρεσίας. Μπορεί να παρασχεθεί και κατά τη διάρκεια κανονικής άδειας.

Πενταετής αποσβεστική προθεσμία άσκησης συνταξιοδοτικού δικαιώματος (άρθρο 3 παρ. 3 και 12 του ν. 3075/2002): οι σχετικές διατάξεις αντίκεινται στο άρθρο 1 του (πρώτου) Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. και είναι, ως εκ τούτου, ανίσχυρες.

Άρθρο 12 του ν. 3863/2010: προϋπόθεση για εκ μεταβιβάσεως σύνταξη επιζώντος συζύγου θανόντος στρατιωτικού συνταξιούχου του Δημοσίου, που είχε την ιδιότητα αυτή κατά την τέλεση του γάμου, από τον οποίο δεν αποκτήθηκε τέκνο: πενταετούς διάρκειας έγγαμη συμβίωση, στην οποία δεν προσμετράται τυχόν προηγηθείσα μακροχρόνια ελεύθερη συμβίωση των μετέπειτα συζύγων, εκτός εάν υπήρχε νομικό κώλυμα για την τέλεση του επιγενόμενου γάμου. Τα αυτά ισχύουν και σε περίπτωση αναπηρίας του επιζώντος συζύγου. Οι εν λόγω διατάξεις δεν αντίκεινται στα άρθρα 4 παρ. 1 και 21 παρ. 1 του Συντάγματος και 12 και 14 της Ε.Σ.Δ.Α..

Αναγνώριση πλασματικού χρόνου λόγω παιδιών ως χρόνου «πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας» γυναικών υπαλλήλων (άρθρο 6 παρ. 12 του ν. 3865/2010, όπως αντικαταστάθηκε από τότε που ίσχυσε με το άρθρο 1 παρ. 4 του ν. 4002/2011): οι διατάξεις αυτές δεν καταλαμβάνουν τις γυναίκες υπαλλήλους που είχαν ήδη αποχωρήσει κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος τους από την υπηρεσία (21.7.2010), ανεξαρτήτως αν η αποχώρησή τους ήταν εκούσια ή ακούσια, χωρίς να έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα (μειοψηφία).

Κατά μεταβίβαση σύνταξη πρώην συζύγου αποβιώσαντος στρατιωτικού συνταξιούχου: προϋπόθεση η κατά τον χρόνο θανάτου του πρώην
συζύγου λήψη απ’ αυτόν διατροφής, ορισθείσας με δικαστική απόφαση ή με σύμβαση μεταξύ αυτών (άρθρο 4 του ν. 3232/2004). Μειοψηφία.

Σύνταξη χήρας και τέκνων στρατιωτικού, ο οποίος απεβίωσε στην υπηρεσία από τραύμα ή νόσο που προήλθε πρόδηλα και αναμφισβήτητα εξαιτίας αυτής - Προϋποθέσεις.

Διάσταση μεταξύ υπηρεσιακής και συνταξιοδοτικής διοίκησης αναφορικά με τον χρόνο προϋπηρεσίας πολιτικού συνταξιούχου. Δεν παραβιάζεται η αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης διότι : α) ο κανονισμός της σύνταξης είναι αυτοτελής διαδικασία, διακεκριμένη απολύτως από την υπηρεσιακή και μισθολογική εξέλιξη, β) ο χρόνος που αναγνωρίζεται ως συντάξιμος καθορίζεται με ειδική και απολύτως σαφή διάταξη συνταξιοδοτικού περιεχομένου, γ) η «διαβεβαίωση» της διοίκησης, ως μη προερχόμενη από τα αρμόδια συνταξιοδοτικά όργανα, δεν θα μπορούσε να δημιουργήσει εύλογη πεποίθηση ως προς το συνταξιοδοτικό δικαίωμα, δ) δεν νοείται, κατ’ εφαρμογή των αρχών της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου, επέκταση της παρανομίας ενεργειών της διοίκησης και μετά την απομάκρυνση του υπαλλήλου από την υπηρεσία.

Άρθρο 58 του Συνταξιοδοτικού Κώδικα. Περιορισμός της πολυθεσίας και της πολυαπασχόλησης στο πλαίσιο του δημοσίου τομέα. Ως τέτοιος νοείται ο δημόσιος τομέας που προσδιορίζεται με τα κριτήρια του άρθρου 1 παρ. 6 του  ν. 1256/1982 (όπως αυτό ίσχυε προ της επαναοριοθέτησης του δημόσιου τομέα με τον ν. 1892/1990), η συνδρομή των οποίων πρέπει να επαληθεύεται όχι μόνο κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του ν. 1256/1982 αλλά και κατά τον κρίσιμο χρόνο.

Άρθρο 60 Συνταξιοδοτικού Κώδικα. Σε περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος δεν προσέβαλε με έφεση την τεκμαιρόμενη σιωπηρή απόρριψη ένστασης ενώπιον της ΕΕΠΚΣ αλλά επέλεξε να αναμείνει την έκδοση ρητής απόφασης, τα οικονομικά αποτελέσματα της κανονιζόμενης ή αναπροσαρμοζόμενης με την απόφαση του Δικαστηρίου σύνταξης εκτείνονται μέχρι τρία έτη αναδρομικώς από την πρώτη του μήνα κατά τον οποίο εκδόθηκε η ακυρούμενη ρητή απόφαση της Επιτροπής.

Ανάκληση διορισμού υπαλλήλου λόγω πλαστογραφίας του πτυχίου. Το ΓΛΚ υποχρεούται να χορηγήσει σύνταξη παρά το δόλιο του υπαλλήλου λόγω παρόδου μακρού χρόνου κατά τον οποίο παρείχε εργασία. Αρχή της αναλογικότητας, της προβλεψιμότητας και της σαφήνειας. Μειοψηφία υπέρ του κανονισμού μειωμένης σύνταξης.

  Άγαμη αδελφή - όταν ο αποβιώσας υπάλληλος δεν καταλείπει σύζυγο και τέκνα η άγαμη αδελφή του δεν δικαιούται να της μεταβιβαστεί η σύνταξη του αδελφού της κατ’ άρθρο 6 Συντ. Κώδικα, εφόσον ο πατέρας της είναι εν ζωή και οι γονείς της δεν έχουν πάρει διαζύγιο – έννοια απορίας – εφόσον ο θάνατος υπαλλήλου Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. επέρχεται μετά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του άρθρου 12 του ν.4387/2016 (από 12.5.2016), η άγαμη αδελφή θανόντος υπαλλήλου δεν περιλαμβάνεται πλέον μεταξύ των προσώπων υπέρ των οποίων θεσπίζεται κατά μεταβίβαση συνταξιοδοτικό δικαίωμα, χωρίς η ρύθμιση αυτή να αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 (σεβασμός της αξίας του ανθρώπου), 21 (προστασία υγείας, προσώπων με ειδικές ανάγκες και οικογένειας) και 25 (αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου-καθήκον κοινωνικής αλληλεγγύης) - τα συνταξιοδοτικά όργανα δεν έχουν τη νόμιμη ευχέρεια, όταν κρίνουν το συνταξιοδοτικό δικαίωμα του υπαλλήλου, κατ' άσκηση παρεμπίπτοντος ελέγχου, να μεταβάλλουν το ουσιαστικό περιεχόμενο της υπηρεσιακής του κατάστασης.

Αιρετός πρόεδρος κοινότητας που δεν έχει συμπληρώσει συνολική πραγματική υπηρεσία προέδρου και κοινοτικού συμβούλου είκοσι (20) ετών, εκ των οποίων μία πλήρη τετραετία αιρετού προέδρου, δεν δικαιούται μηνιαία χορηγία από το Δημόσιο, κατά τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 19 του ν.3513/2006. Ναι μεν με τις διατάξεις αυτές δεν προσδόθηκε συνταξιοδοτική συνέπεια στη θητεία όσων διετέλεσαν τοπικοί σύμβουλοι όπως σ’ αυτούς που διετέλεσαν κοινοτικοί σύμβουλοι, όμως η διαφορετική αυτή μεταχείριση είναι δικαιολογημένη, καθόσον ανταποκρίνεται προς τα πραγματικά δεδομένα των συγκεκριμένων ανόμοιων περιπτώσεων.

Ισότητα των φύλων. Άρθρα 4 και 116 παρ.2 Σ και 157 ΣυνθΛΕΕ. Οι διατάξεις του άρθρου 40 παρ. 5 περ. β΄ εδ. β΄ του Σ.Κ. είναι εφαρμοστέα, όσον αφορά την προσμέτρηση, και στους άνδρες στρατιωτικούς με τρία τουλάχιστον παιδιά που θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης, βάσει της διάταξης του άρθρου 6 παρ. 1β΄ του ν. 3865/2010, στο διπλάσιο του χρόνου υπηρεσίας τους σε μονάδες εκστρατείας ή τις λοιπές μονάδες και υπηρεσίες της παρ. 5 του άρθρου 40 του Σ.Κ., χωρίς τον πρόσθετο όρο της συμπλήρωσης 25ετούς πραγματικής υπηρεσίας, που προβλέπεται με το τρίτο εδάφιο μετά από την περ. γ΄ της ίδιας παραγράφου και που τίθεται, ανεπιτρέπτως κατά την αρχή της μη διάκρισης των δύο φύλων, μόνον σε βάρος των ανδρών (μειοψηφία).

Μη υπολογισμός ως συντάξιμου του χρόνου κατά τον οποίο ο εκκαλών είχε τεθεί σε διαθεσιμότητα, οφειλόμενη σε πειθαρχικό παράπτωμα που
οδήγησε στην απόταξή του. Τεκμήριο αθωότητας (άρθρο 6 παρ. 2 ΕΣΔΑ).

Μεταφορά συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων από το εθνικό σύστημα συνταξιοδότησης στο συνταξιοδοτικό σύστημα υπαλλήλων του ΝΑΤΟ.

άρθρο 3 παρ. 3 του ν. 3075/2002 – πενταετής προθεσμία για την άσκηση συνταξιοδοτικού δικαιώματος: οι εν λόγω διατάξεις αντίκεινται στο άρθρο 1 του (πρώτου) Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ.

Αρχή της τυπικής ασφάλισης. Προϋποθέσεις εφαρμογής. Ισχύει, μεταξύ άλλων, σε περίπτωση εσφαλμένης υπαγωγής του καλόπιστου ασφαλισμένου σε ασφαλιστικό οργανισμό, αν δεν υφίσταται ρητή περί του αντιθέτου διάταξη που αποκλείει την αναγνώριση του επίμαχου χρόνου ως συντάξιμου, υπό την προϋπόθεση της διενέργειας σχετικών κρατήσεων, εφόσον βέβαια αυτές προβλέπονται νομοθετικώς.

Τεκμήριο κοινοποίησης των συνταξιοδοτικών πράξεων - σύμφωνη με τα άρθρα 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ ερμηνεία. Απαράδεκτο το αίτημα που υποβάλλεται το πρώτον με την έφεση. Η απόρριψη συνταξιοδοτικού αιτήματος λόγω μη συνδρομής των νομίμων
προϋποθέσεων δεν συνιστά επιβολή ποινής κατά την έννοια των άρθρων 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ και 4 του Έβδομου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και δεν αντίκειται στο άρθρο 1 του (πρώτου) Πρόσθετου Πρωτοκόλλου αυτής.

Νομίμως κανονίστηκε στρατιωτική και όχι πολεμική σύνταξη σε χήρα αποβιώσαντος Υποπλοίαρχου του Πολεμικού Ναυτικού, ο οποίος τελούσε σε κατάσταση πολεμικής διαθεσιμότητας.

Άρθρο 60 Συνταξιοδοτικού Κώδικα. Ως αφετηρία της τριετούς αναδρομής των οικονομικών αποτελεσμάτων της συνταξιοδοτικής πράξης λογίζεται η ημέρα έκδοσης της πράξης με την οποία απορρίφθηκε η σχετικώς υποβληθείσα αίτηση του συνταξιούχου. 

Κατά μεταβίβαση σύνταξη άγαμης θυγατέρας αποβιώσαντος στρατιωτικού συνταξιούχου - τεκμαρτό εισόδημα (περίπτωση ββ΄ της παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 3865/2010). Εφαρμογή των άρθρων 6 παρ.1 της ΕΣΔΑ, σε συνδυασμό με το άρθρο 3 αυτής και το άρθρο 1 του (πρώτου) Πρόσθετου Πρωτοκόλλου αυτής. Μειοψηφία.

Υπηρεσία στρατιωτικού που επανήλθε ως έφεδρος στην ενεργό υπηρεσία ύστερα από παραίτησή του προς ανακήρυξη αυτού ως υποψηφίου σε βουλευτικές εκλογές – η μη αναγνώρισή της ως συντάξιμης αντίκειται στην αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

Σύνταξη πατρικής οικογένειας στρατιωτικού - προϋποθέσεις.

Σύνταξη μητέρας στρατιωτικού λόγω θανάτου του υιού της - προϋπόθεση η απορία αυτής. Σύμφωνη με τα άρθρα 2 παρ. 1 και 21 παρ. 1 του Συντάγματος ερμηνεία.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Μείνετε συντονισμένοι για τα τελευταία νέα μας!