Το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος που θεσπίζει τη δικαιοδοσία ειδικού δικαστηρίου είναι στενώς ερμηνευτέο καθώς εισάγει εξαίρεση από τον γενικό κανόνα της δικαιοδοσίας επί των συνταξιοδοτικών διαφορών του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ως επίλυση νομικού ζητήματος σχετικού με τις συντάξεις των δικαστικών λειτουργών, νοείται μόνον η επίλυση ζητήματος που άπτεται του ειδικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος των συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών και όχι άλλων νομικών ζητημάτων που αφορούν συγχρόνως και για τον ίδιο λόγο και άλλες κατηγορίες συνταξιούχων. Διάκριση μεταξύ πρωτογενούς και παρακολουθηματικής δικαιοδοσίας για την επίλυση των συνταξιοδοτικών διαφορών συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών.
Εξαίρεση από το τεκμήριο της νομιμότητας. Η κατάταξη του υπαλλήλου στα μισθολογικά κλιμάκια, η οποία αποτελεί εκ των βασικών στοιχείων που απαρτίζουν τον συντάξιμο μισθό και συγκαθορίζει το ύψος της κανονιζόμενης σύνταξης, καθώς και το επίδομα χρόνου υπηρεσίας, ελέγχονται παρεμπιπτόντως, υπό την επιφύλαξη δεδικασμένου, από τη συνταξιοδοτική Διοίκηση και, μετά την άσκηση έφεσης, από το Δικαστήριο.
Έφεση – όρια ελέγχου της προσβαλλόμενης πράξης – αρχή μη χειροτέρευσης της θέσης του εκκαλούντος. Προϋποθέσεις συνταξιοδότησης – όριο ηλικίας. Συντάξιμη υπηρεσία. Εάν ο υπάλληλος καταδικασθεί αμετακλήτως για αδίκημα από τα περιοριστικώς μνημονευόμενα στο άρθρο 8 παρ. 1 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 2683/1999, Α΄ 19), η έκπτωση αυτού από την υπηρεσία επέρχεται αυτοδικαίως από τη χρονολογία που η καταδικαστική απόφαση κατέστη αμετάκλητη, κατά το χρονικό σημείο δε αυτό τερματίζεται, σε κάθε περίπτωση, η συντάξιμη υπηρεσία του
Ανακοπή του Δημοσίου κατά επιταγής προς πληρωμή εκτελεστού απογράφου απόφασης του πρώην ΙΙ Τμήματος. Ο ισχυρισμός του Δημοσίου ότι για το διάστημα από 11-6-2015 έως 12-5-2016 επήλθε, δυνάμει του άρθρου 33 ν. 4734/2020, απόσβεση της επιδικασθείσας αξίωσης ερειδόμενης στην υποπ. Β3 της παρ. Β του άρθρου πρώτου του ν. 4073/2012, πρέπει να είναι συγκεκριμένος σε εξατομικευμένο επίπεδο και να αποδεικνύεται η σχετική καταβολή αμέσως, άλλως είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος. Έννοια κατάχρησης δικαιώματος.
Μη καταβολή του οικογενειακού επιδόματος του άρθρου 11 ν. 1505/1984 σε άνδρα πολιτικό συνταξιούχο για το λόγο ότι το επίδομα αυτό εισέπραττε η, πρώην δημόσιος υπάλληλος, σύζυγός του. Αντίκειται στα άρθρο 4 παρ. 1 και 21 παρ. 1 του Συντάγματος η καθιέρωση διακρίσεων μεταξύ υπαλλήλων που βρίσκονται στην ίδια οικογενειακή κατάσταση για τη λήψη του επιδόματος βάσει ειδικών προϋποθέσεων που δεν συνδέονται με την παρεχόμενη από αυτούς εργασία, αλλά, είτε με την παροχή ή όχι εργασίας του συζύγου του υπαλλήλου, είτε με το καθεστώς εργασίας του τελευταίου στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα – το άρθρο 21 παρ. 1 του Συντάγματος αντιλαμβάνεται ως ισότιμη τη συμμετοχή των συζύγων στη δημιουργία της οικογένειας.
Παραπομπή προδικαστικών ερωτημάτων στην Ολομέλεια σχετικά με το αν απαιτείται ή όχι η καταβολή της οριζόμενης στο άρθρο 17 του ν. 2084/1992 συνταξιοδοτικής εισφοράς για την προσμέτρηση στη συντάξιμη υπηρεσία υπαλλήλου της προϋπηρεσίας που αναφέρεται στo άρθρο 12 παρ. 2 περ. γ΄ του Συνταξιοδοτικού Κώδικα, εφόσον για την υπηρεσία αυτή δεν έχουν καταβληθεί εισφορές στο Δημόσιο ή σε άλλον ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης.
Το επίδομα για την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διεκπεραίωση των υποθέσεων χορηγείται στους δικαστικούς λειτουργούς για αντιστάθμιση πραγματικών δαπανών στις οποίες υποχρεώνονται εξαιτίας της υπηρεσίας τους, ενόψει δε του προεχόντως αποζημιωτικού του χαρακτήρα δεν λαμβάνεται υπόψη για τον κανονισμό ή την αναπροσαρμογή της σύνταξης τους.
Άρθρο 60 του Συνταξιοδοτικού Κώδικα. Αν τα συνταξιοδοτικά όργανα αρνηθούν να καταβάλουν στον συνταξιούχο τα ποσά σύνταξης που δικαιούται, λόγω του χρονικού περιορισμού στην αναδρομική έκταση των οικονομικών αποτελεσμάτων των πράξεων κανονισμού σύνταξης, ο τελευταίος δικαιούται να ζητήσει αποζημίωση για να αποκατασταθεί η ζημία την οποία υπέστη από τη στέρηση της σύνταξής του για το πέραν της τριετίας χρονικό διάστημα.
Άρθρο 23 π.δ/τος 166/2000 (Α΄ 153). Το τραύμα ή η νόσος προέρχεται εξαιτίας της υπηρεσίας όταν προκαλούνται από αίτια που οφείλονται στην όλη κατάσταση στην οποία διατελεί ο δημόσιος λειτουργός λόγω της ιδιότητάς του αυτής και των συναφών υπηρεσιακών του υποχρεώσεων, μεταξύ δε της υπηρεσίας και του παθήματος πρέπει να εντοπίζεται αιτιώδης σύνδεσμος κατά τρόπο πρόδηλο και μη επιδεχόμενο καμία αμφισβήτηση.
Κατάργηση της ΕΕΠΚΣ. Στην κανονιστική εμβέλεια της μεταβατικής διάταξης της παρ.5α του άρθρου 2 του ν. 4151/2013 εμπίπτουν οι υποθέσεις τα συνταξιοδοτικά δεδομένα των οποίων δεν έχουν οριστικοποιηθεί κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού. Η αποστολή ενημερωτικού εγγράφου από το ΓΛΚ για τις θεωρούμενες ως σιωπηρώς απορριφθείσες «εκκρεμείς» ενώπιον της καταργηθείσας ΕΕΠΚΣ ενστάσεις, δεν μπορεί να αναβιώσει την προθεσμία άσκησης έφεσης.