ΑΡΘΡΟ 4 – ΙΣΟΤΗΤΑ

Τίτλος: Σύνταξη κατά μεταβίβαση επιζώντος συζύγου θανόντος ασφαλισμένου ή συνταξιούχου του Δημοσίου. Αναγκαίος όρος η συμπλήρωση τριετούς ή πενταετούς διάρκειας έγγαμης συμβίωσης. Συνταγματικότητα ρύθμισης. Κρίσιμος για την ιδιότητα του αποβιώσαντος ως ασφαλισμένου ή συνταξιούχου ο χρόνος του θανάτου του, ανεξαρτήτως αν είχε την ιδιότητα αυτή κατά τον χρόνο τέλεσης του γάμου. Η διαφοροποίηση ως προς την ελάχιστη απαιτούμενη διάρκεια του έγγαμου βίου μεταξύ διαφορετικών κατηγοριών συνταξιούχων του Δημοσίου δεν αντίκειται στην αρχή της ισότητας.

……………………………………………………

Έφεση κατά πράξης απορριπτικής αίτησης κανονισμού σύνταξης κατά μεταβίβαση σε χήρα αποβιώσαντος στρατιωτικού συνταξιούχου, με την αιτιολογία ότι δεν συμπληρώθηκε η απαιτούμενη πενταετία από την ημερομηνία γάμου έως την ημερομηνία θανάτου του συζύγου της. Η προϋπόθεση της συμπλήρωσης τριετούς ή πενταετούς διάρκειας έγγαμης συμβίωσης έως τον επελθόντα θάνατο του ασφαλισμένου ή του συνταξιούχου, ως αναγκαίος όρος για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού κατά μεταβίβαση δικαιώματος υπέρ του επιζώντος συζύγου θανόντος ασφαλισμένου ή συνταξιούχου του Δημοσίου είναι, εφόσον δεν αποκτήθηκε κατά τον γάμο τέκνο, δεν αντίκειται σε συνταγματικές ή υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις. Η ιδιότητα του αποβιώσαντος ως ασφαλισμένου ή συνταξιούχου, που συναρτάται με την προϋπόθεση της τριετούς ή πενταετούς διάρκειας, αντίστοιχα, του έγγαμου βίου, είναι αυτή που φέρει ο αποβιώσας κατά το χρόνο θανάτου του και, συνεπώς, πρέπει να θεωρηθεί κάποιος συνταξιούχος, εάν κατά τον χρόνο του θανάτου του ήταν δικαιούχος σύνταξης, έστω και αν δεν είχε την ιδιότητα αυτή κατά τον χρόνο τέλεσης του γάμου. Κρίση ότι η θεσπισθείσα διαφοροποίηση της συνταξιοδοτικής μεταχείρισης των επιζώντων συζύγων στρατιωτικών συνταξιούχων, που εξακολουθούν να υπάγονται στο συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου, έναντι των επιζώντων συζύγων συνταξιούχων, που εντάχθηκαν στο καθεστώς του e-ΕΦΚΑ, αναφορικά με την ελάχιστη απαιτούμενη διάρκεια του έγγαμου βίου, δεν αντίκειται στην κατ’ άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος αρχή της ισότητας, καθόσον οι πρώτοι, ως παθόντες εξαιτίας της υπηρεσίας, δεν τελούν υπό τις αυτές συνθήκες με τους επιζώντες συζύγους των λοιπών κατηγοριών συνταξιούχων του Δημοσίου που εντάχθηκαν στο καθεστώς του e-ΕΦΚΑ. Απορρίπτει την έφεση.

Τίτλος: Σύνταξη κατά μεταβίβαση σε χήρα αποβιώσαντος στρατιωτικού συνταξιούχου εφόσον ο αρχικός και ο εξ ανασυστάσεως γάμος αυτής και του θανόντος συζύγου της έχουν διαρκέσει συνολικά τουλάχιστον τρία έτη, χωρίς να απαιτείται να συντρέχει και η πρόσθετη προϋπόθεση της εξάμηνης χρονικής διάρκειας του ανασυσταθέντος γάμου.

……………………………………………………

Έφεση κατά πράξης απορριπτικής αίτησης κανονισμού σύνταξης κατά μεταβίβαση σε χήρα  αποβιώσαντος στρατιωτικού συνταξιούχου, με την αιτιολογία ότι ο θάνατος του συζύγου της επήλθε πριν την πάροδο τριών ετών από την τέλεση του γάμου τους. Για την κατά μεταβίβαση συνταξιοδότηση του επιζώντος συζύγου προϋποτίθεται η κατ’ ελάχιστον συνεχής πενταετής, και ήδη τριετής, διάρκεια του γάμου προ της επέλευσης του θανάτου. Ο κανόνας αυτός κάμπτεται, μεταξύ άλλων, σε περίπτωση ανασύστασης προϋφιστάμενου γάμου, όπου για τη συμπλήρωση της ελάχιστης απαιτούμενης τριετούς διάρκειας της έγγαμης συμβίωσης προσμετράται και ο εξ ανασυστάσεως γάμος που διήρκεσε τουλάχιστον ένα εξάμηνο. Κρίση ότι η προϋπόθεση της εξάμηνης αυτοτελούς διάρκειας του εξ ανασυστάσεως γάμου αντίκειται στην κατ΄ άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος αρχή της ισότητας, καθόσον, ούτε από τη γραμματική αλλ’ ούτε και από την τελολογική ερμηνεία της σχετικής διάταξης, προκύπτει αποχρών λόγος, ικανός να δικαιολογήσει την ουσιαστική διαφοροποίηση των κατηγοριών αυτών γάμων. Για την συνταξιοδότηση χήρας λόγω θανάτου του συζύγου της απαιτείται και αρκεί ο αρχικός και ο εξ ανασυστάσεως γάμος αυτής και του θανόντος συζύγου της να έχουν διαρκέσει συνολικά τουλάχιστον τρία έτη, ενώ δεν απαιτείται να συντρέχει και η πρόσθετη προϋπόθεση της εξάμηνης χρονικής διάρκειας του ανασυσταθέντος γάμου. Δεκτή η έφεση.

Η προϋπόθεση της διάρκειας τουλάχιστον έξι μηνών του εξ ανασυστάσεως γάμου, προκειμένου να μεταβιβασθεί η σύνταξη του θανόντος στον επιζώντα σύζυγο, δεν είναι εφαρμοστέα διότι εισάγει αδικαιολόγητη – αντίθετη στην αρχή της ισότητας -  δυσμενή διάκριση των εξ ανασυστάσεως γάμων που  δεν έχουν συμπληρώσει διάρκεια έξι μηνών σε σχέση με εκείνους που έχουν διαρκέσει τουλάχιστον έξι μήνες.

Το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος που θεσπίζει τη δικαιοδοσία ειδικού δικαστηρίου είναι στενώς ερμηνευτέο καθώς εισάγει εξαίρεση από τον γενικό κανόνα της δικαιοδοσίας επί των συνταξιοδοτικών διαφορών του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ως επίλυση νομικού ζητήματος σχετικού με τις συντάξεις των δικαστικών λειτουργών, νοείται μόνον η επίλυση ζητήματος που άπτεται του ειδικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος των συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών και όχι άλλων νομικών ζητημάτων που αφορούν συγχρόνως και για τον ίδιο λόγο και άλλες κατηγορίες συνταξιούχων. Διάκριση μεταξύ πρωτογενούς και παρακολουθηματικής δικαιοδοσίας για την επίλυση των συνταξιοδοτικών διαφορών συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών.

Απάντηση στο παραπεμφθέν με την 1217/2021 απόφαση του Τετάρτου Τμήματος προδικαστικό ερώτημα. Οι μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 4387/2016, με τις οποίες επιβάλλεται προσωρινό, μέχρι 31.12.2018, ανώτατο όριο ποσού 2.000 ευρώ στις καταβαλλόμενες ατομικές μηνιαίες συντάξεις των καθηγητών ΑΕΙ που είχαν καταστεί συνταξιούχοι του Δημοσίου έως την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016, δεν εγείρουν ζήτημα αντίθεσης αυτών στο Σύνταγμα ή σε υπερνομοθετικής ισχύος ρυθμίσεις.

Έννοια συνυπεύθυνου – βαριάς – ελαφράς αμέλειας. Προϋποθέσεις εφαρμογής απαλλακτικών διατάξεων του άρθρου 67 του ν. 4735/2020 όπως ερμηνεύθηκε με το άρθρο 93 του ν. 4745/2020. Η απαλλαγή αφορά σε διαδικασίες καταλογισμού που δεν έχουν περατωθεί, αναφέρεται δε όχι μόνον στην πληρωμή του εντάλματος αλλά στις προηγηθείσες αυτής διαχειριστικές πράξεις. Εξαιρούνται της ευεργετικής διάταξης όσοι δολίως προκάλεσαν τη θεώρηση των οικείων ενταλμάτων καθώς και οι περιπτώσεις κατά τις οποίες διαπιστώθηκε έλλειμμα από τα αρμόδια όργανα κατασταλτικού ελέγχου. Προϋποθέσεις δέσμευσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου από απαλλακτικό ποινικό βούλευμα. Τεκμήριο αθωότητας και αρχή ne bis in idem.

Δεν συνιστούν αδικαιολόγητη δυσμενή διάκριση σε βάρος των διαζευγμένων υιών στρατιωτικών συνταξιούχων οι εξαιρετικές διατάξεις που επιτρέπουν την μεταβίβαση της γονικής σύνταξης μόνο σε διαζευγμένες θυγατέρες αυτών, αφού αποτελούν επιτρεπτά κατά το Σύνταγμα θετικά μέτρα αποσκοπώντα στην προστασία των γυναικών που κατά το παρελθόν είχαν μειωμένες ευκαιρίες πρόσβασης στην κοινωνική και επαγγελματική ζωή. Επεκτατική ισότητα. Οι ευνοϊκές αυτές διατάξεις δεν μπορούν να επεκταθούν και στους διαζευγμένους υιούς στρατιωτικών συνταξιούχων.

H κατάργηση, με το άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 4488/2017, της περίπτωσης β΄ του άρθρου 62 του Συνταξιοδοτικού Κώδικα, συνεπαγόμενη την απόληψη από τον επίορκο, παρανομήσαντα σε βάρος του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και καταδικασθέντα υπάλληλο, σύνταξης του αυτού ύψους με τον ευόρκως υπηρετήσαντα υπάλληλο, αντίκειται στην προβλεπόμενη στην παρ. 1 του άρθρου 4 του Συντάγματος αρχή της ισότητας και στην απορρέουσα από αυτή αρχή της αξιοκρατίας, καθώς εξομοιώνει, κατά παραβίαση των αρχών αυτών, ανόμοιες καταστάσεις. Το Δικαστήριο δύναται να περιορίσει τη σύνταξη του επίορκου υπαλλήλου κατ’ εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας. Παραπομπή προδικαστικού ερωτήματος στην Ολομέλεια.

Πολιτικός συνταξιούχος (ιατρός ΕΣΥ). Παρακρατήσεις από τις συντάξιμες αποδοχές δυνάμει των διατάξεων περί ΕΑΣ, του άρθρου 1 παρ. 1 ν. 4051/2012, της υποπ. Β3 και Β4 της παρ. Β άρθρου πρώτου ν. 4093/2012. Εν μέρει απόσβεση της αξίωσης Β3 βάσει του άρθρου 33 του ν. 4734/2020.  Εν μέρει δεκτή η αγωγή (αποφάσεις 244/2017, 1277/2018, 1388/2018, 1975/2021 Ολ. ΕλΣ).

Πολιτικός συνταξιούχος (πρώην ερευνητής Α΄ Δημόκριτου). Παρακρατήσεις από τις συντάξιμες αποδοχές δυνάμει των διατάξεων περί ΕΑΣ, του άρθρου 1 παρ. 1 ν. 4051/2012, της υποπ. Β3 παρ. Β άρθρου πρώτου ν. 4093/2012. Εν μέρει απόσβεση της αξίωσης Β3 βάσει του άρθρου 33 του ν. 4734/2020.  Εν μέρει δεκτή η αγωγή (αποφάσεις 244/2017 και 1975/2021 Ολ. ΕλΣ).

Στέρηση σύνταξης δυνάμει των άρθρων 62 και 64 του ΚΠΣΣ. Η προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 62 περ. β΄ του Συνταξιοδοτικού Κώδικα εφ’ όρου ζωής ολική στέρηση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, που επιβάλλεται αυτοδίκαια λόγω της αμετάκλητης ποινικής καταδίκης για συγκεκριμένα αδικήματα, συνιστά κύρωση η οποία δεν τελεί σε σχέση δίκαιης ισορροπίας προς τον επιδιωκόμενο με τη διάταξη αυτή σκοπό δημοσίου συμφέροντος, ούτε τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με αυτόν. Το Δικαστήριο ακυρώνει την πράξη κανονισμού σύνταξης στη σύζυγο του εκκαλούντος χωρίς να υποχρεούται να ορίσει τον κανονισμό στον εκκαλούντα μειωμένης σύνταξης κατ’ εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας (αντίθετη μειοψηφία).

Ανακοπή του Δημοσίου κατά επιταγής προς πληρωμή εκτελεστού απογράφου απόφασης του πρώην ΙΙ Τμήματος. Ο ισχυρισμός του Δημοσίου ότι για το διάστημα από 11-6-2015 έως 12-5-2016 επήλθε, δυνάμει του άρθρου 33 ν. 4734/2020, απόσβεση της επιδικασθείσας αξίωσης ερειδόμενης στην υποπ. Β3 της παρ. Β του άρθρου πρώτου του ν. 4073/2012, πρέπει να είναι συγκεκριμένος σε εξατομικευμένο επίπεδο και να αποδεικνύεται η σχετική καταβολή αμέσως, άλλως είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος. Έννοια κατάχρησης δικαιώματος.

Μη καταβολή του οικογενειακού επιδόματος του άρθρου 11 ν. 1505/1984 σε άνδρα πολιτικό συνταξιούχο για το λόγο ότι το επίδομα αυτό εισέπραττε η, πρώην δημόσιος υπάλληλος, σύζυγός του. Αντίκειται στα άρθρο 4 παρ. 1 και 21 παρ. 1 του Συντάγματος η καθιέρωση διακρίσεων μεταξύ υπαλλήλων που βρίσκονται στην ίδια οικογενειακή κατάσταση για τη λήψη του επιδόματος βάσει ειδικών προϋποθέσεων που δεν συνδέονται με την παρεχόμενη από αυτούς εργασία, αλλά, είτε με την παροχή ή όχι εργασίας του συζύγου του υπαλλήλου, είτε με το καθεστώς εργασίας του τελευταίου στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα – το άρθρο 21 παρ. 1 του Συντάγματος αντιλαμβάνεται ως ισότιμη τη συμμετοχή των συζύγων στη δημιουργία της οικογένειας.

Πολιτικός συνταξιούχος (πρώην δικαστικός λειτουργός). Παρακρατήσεις από τις συντάξιμες αποδοχές δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 1 παρ. 1 ν. 4051/2012, της υποπ. Β3 παρ. Β άρθρου πρώτου ν. 4093/2012 και των άρθρων 13 και 14 του ιδίου, καθώς και του άρθρου μόνου του ν. 3847/2010 (κατάργηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας). Εν μέρει δεκτή η αγωγή (αποφάσεις 164/2015 και 1/2018 του Μισθοδικείου, 1388/2018 ΕλΣυνΟλ.). Αναφορικά με την παραγραφή των ένδικων αξιώσεων σημειώνεται ότι η απόφαση εξεδόθη πριν από την 1975/2021 Ολ. ΕλΣ.​

Εν τοις πράγμασι άσκηση καθηκόντων Προϊσταμένου Τμήματος. Επίδομα θέσης ευθύνης. Αδικαιολόγητος Πλουτισμός του Δημοσίου. Μείωση καταλογισμού στο 20%, κατ’ εφαρμογή αρχής χρηστής διοίκησης.

Άρθρο 11 του Συνταξιοδοτικού Κώδικα. Ο χρόνος κατά τον οποίο ο υπάλληλος διετέλεσε νόμιμα σε κατάσταση αργίας, κατόπιν άσκησης ποινικής δίωξης για αδίκημα που δύναται να επιφέρει την έκπτωσή του από την υπηρεσία, δεν θεωρείται συντάξιμος και δεν λαμβάνεται υπόψη κατά τον υπολογισμό της συνολικής συντάξιμης υπηρεσίας του, υπό την προϋπόθεση ότι δεν επακολούθησε η αθώωσή του, η δε απονομή χάριτος ενεργεί μόνο για το μέλλον και δεν επηρεάζει την εγκυρότητα και νομιμότητα της θέσης σε αργία.

Η χρονική διάρκεια γάμου ως προϋπόθεση θεμελίωσης συνταξιοδοτικού κατά μεταβίβαση δικαιώματος υπέρ του επιζώντος συζύγου θανόντος πολιτικού συνταξιούχου του Δημοσίου. Εξαίρεση σε περίπτωση νομικού κωλύματος που εμπόδιζε την τέλεση γάμου αν έχει προηγηθεί μακροχρόνια ελεύθερη συμβίωση των μετέπειτα συζύγων.

Όρος της διακήρυξης μη συμβατός με τις ισχύουσες, κατά τον χρόνο δημοπράτησης, διατάξεις του αρ. 43 του ν. 4605/2019: η μη εφαρμογή του θα αντέκειτο στις αρχές της προστασίας δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της ίσης μεταχείρισης -η πλημμέλεια της διακήρυξης δεν μπορεί να αποβεί σε βάρος διαγωνιζομένου, που παρέλειψε να υποβάλει εμπροθέσμως δικαιολογητικά κατακύρωσης, υπολαμβάνοντας δικαιολογημένα ότι η μη εμπρόθεσμη υποβολή τους δεν επιφέρει τον άμεσο αποκλεισμό του. Πιστοποιητικό ποιότητας ISO 22000 ή ισοδύναμο: δεν αρκεί η απλή δήλωση του οικονομικού φορέα ότι τηρεί τις αρχές συστήματος HACCP, αλλά απαιτείται πιστοποίηση από ανεξάρτητο διαπιστευμένο φορέα για την προσήκουσα ανάπτυξη, εφαρμογή και τήρηση του συστήματος αυτού.

Ευνοϊκότερες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης γυναικών (άρθρο 56 παρ. 1 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, ως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του από 1.1.2011 με το ν. 3865/2010 και εφαρμόζεται επί όσων είχαν ήδη θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα μέχρι την 31η.12.2010). Παραβίαση της αρχής της ισότητας (άρθρα 4 παρ. 1 Συντάγματος, 157 παρ. 2 ΣΛΕΕ). Επεκτατική εφαρμογή επί των ανδρών υπαλλήλων (μειοψηφία).

Κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 2 του ν.2838/2000 οι ευδοκίμως τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους στρατιωτικοί συνταξιούχοι λαμβάνουν και την πρόσθετη μισθολογική προαγωγή του αμέσως επόμενου βασικού μισθού του μισθολογικού βαθμού που έλαβαν προηγουμένως κατά μισθολογική προαγωγή με βάση την παρ. 1 του ίδιου άρθρου ανεξαρτήτως του χρόνου κατοχής ορισμένου οργανικού και μισθολογικού βαθμού πριν από την αποστρατεία τους. Χρονικό σημείο έναρξης τριετούς αναδρομής του άρθρου 60 παρ. 1 του Συντ. Κώδικα σε πράξεις που εκδίδονται σε συμμόρφωση με ακυρωτική απόφαση Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Άρθρο 60 του Συνταξιοδοτικού Κώδικα. Αν τα συνταξιοδοτικά όργανα αρνηθούν να καταβάλουν στον συνταξιούχο τα ποσά σύνταξης που δικαιούται, λόγω του χρονικού περιορισμού στην αναδρομική έκταση των οικονομικών αποτελεσμάτων των πράξεων κανονισμού σύνταξης, ο τελευταίος δικαιούται να ζητήσει αποζημίωση για να αποκατασταθεί η ζημία την οποία υπέστη από τη στέρηση της σύνταξής του για το πέραν της τριετίας χρονικό διάστημα.

Κανονισμός σύνταξης ανδρός υπαλλήλου δυνάμει της περ. β της παρ. 1 του άρθρου 56 ΚΠΣΣ, όπως ίσχυε κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα. Η διαφορετική συνταξιοδοτική μεταχείριση ανδρών και γυναικών αναφορικά με το έτος συνταξιοδότησης (60ο έτος για τους άνδρες και 58ο για της γυναίκες) συνιστά δυσμενή διάκριση εις βάρος των πρώτων έναντι των δευτέρων, με μόνο κριτήριο το φύλο τους, η οποία δεν δικαιολογείται από λόγους γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος.

 H διαζευγμένη θυγατέρα συνταξιούχου σιδηροδρομικού υπαλλήλου, ο πατέρας της οποίας απεβίωσε από 21.7.2010 (ημερομηνία δημοσίευσης του ν.3865/2010) και εφεξής, δεν θεμελιώνει δικαίωμα εκ μεταβιβάσεως σύνταξης από το Δημόσιο. Οι εν λόγω διατάξεις δεν αντίκεινται στα άρθρα 4 και 25 του Συντάγματος και 1 του (πρώτου) Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ

Η έννοια των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 2 του ν.2838/2000 σε σχέση με τους αξιωματικούς μακράς ανακατάταξης, μετά την 1279/2019 απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Πολιτικός συνταξιούχος (τέως δικαστικός λειτουργός) – Αγωγή άρθρου 105 ΕισΝ.Α.Κ. - μειώσεις άρθρων 1 παρ. 10 του ν. 4024/2011, 1 του ν.
4051/2012, της υποπαραγράφου Β.3 της παραγράφου Β του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 και του άρθρου 13 του ν. 4387/2016 – παθητική νομιμοποίηση Ελληνικού Δημοσίου (και) μετά την υπαγωγή των πολιτικών συνταξιούχων στον Ε.Φ.Κ.Α. – 164/2015 και 1/2018 αποφάσεις Ειδικού Δικαστηρίου άρθρου 88 Συντάγματος.

Προϋποθέσεις υπαγωγής της αποζημιωτικής αγωγής στην εν Συμβουλίω διαδικασία - παθητική εις ολόκληρον ενοχή μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του ΕΦΚΑ - υπολογισμός αποζημίωσης λόγω μη υπαγωγής στις διατάξεις των νόμων 2838/2000 και 3016/2002 στρατιωτικού συνταξιούχου, ο οποίος αποστρατεύθηκε ως ευδοκίμως τερματίσας τη σταδιοδρομία του, ανακλήθηκε στην ενέργεια και απολύθηκε εν τέλει μετά την εξάλειψη των λόγων ανάκλησής του στην ενεργό υπηρεσία - προδήλως αβάσιμο το αίτημα περί χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης.

Άρθρο 12 του ν. 3863/2010: προϋπόθεση για εκ μεταβιβάσεως σύνταξη επιζώντος συζύγου θανόντος στρατιωτικού συνταξιούχου του Δημοσίου, που είχε την ιδιότητα αυτή κατά την τέλεση του γάμου, από τον οποίο δεν αποκτήθηκε τέκνο: πενταετούς διάρκειας έγγαμη συμβίωση, στην οποία δεν προσμετράται τυχόν προηγηθείσα μακροχρόνια ελεύθερη συμβίωση των μετέπειτα συζύγων, εκτός εάν υπήρχε νομικό κώλυμα για την τέλεση του επιγενόμενου γάμου. Τα αυτά ισχύουν και σε περίπτωση αναπηρίας του επιζώντος συζύγου. Οι εν λόγω διατάξεις δεν αντίκεινται στα άρθρα 4 παρ. 1 και 21 παρ. 1 του Συντάγματος και 12 και 14 της Ε.Σ.Δ.Α.

Μη νόμιμη η καταβολή δικηγορικής αμοιβής άνω του καθορισθέντος, με δικαστική απόφαση, ποσού. Μόνον οι υπόλογοι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 105 του ν. 4129/2013 και όχι οι αχρεωστήτως λαβόντες - δεν παραβιάζεται η αρχή της ισότητας, καθόσον οι περιπτώσεις δεν είναι όμοιες.

Δημοσιονομική διόρθωση. Μη ολοκλήρωση διδακτορικών διατριβών (ΠΕΝΕΔ). Αρχή προηγούμενης ακρόασης (άρθρο 20 παρ. 2 Συντάγματος). Αρχή αναλογικότητας. Αρχή ισότητας. Προστασία επιστημονικής έρευνας (άρθρο 16 Συντάγματος).

Συνταγματική και μη αντικείμενη στην ΕΣΔΑ η κατάργηση των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, καθώς και του επιδόματος αδείας, που επιβλήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου μόνου του ν.3847/2010 για τις συντάξεις του Δημοσίου άνω των 2.500 ευρώ.

Άρθρο 58 του Συνταξιοδοτικού Κώδικα. Περιορισμός της πολυθεσίας και της πολυαπασχόλησης στο πλαίσιο του δημοσίου τομέα. Ως τέτοιος νοείται ο δημόσιος τομέας που προσδιορίζεται με τα κριτήρια του άρθρου 1 παρ. 6 του  ν. 1256/1982 (όπως αυτό ίσχυε προ της επαναοριοθέτησης του δημόσιου τομέα με τον ν. 1892/1990), η συνδρομή των οποίων πρέπει να επαληθεύεται όχι μόνο κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του ν. 1256/1982 αλλά και κατά τον κρίσιμο χρόνο.

Άρθρο 60 Συνταξιοδοτικού Κώδικα. Σε περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος δεν προσέβαλε με έφεση την τεκμαιρόμενη σιωπηρή απόρριψη ένστασης ενώπιον της ΕΕΠΚΣ αλλά επέλεξε να αναμείνει την έκδοση ρητής απόφασης, τα οικονομικά αποτελέσματα της κανονιζόμενης ή αναπροσαρμοζόμενης με την απόφαση του Δικαστηρίου σύνταξης εκτείνονται μέχρι τρία έτη αναδρομικώς από την πρώτη του μήνα κατά τον οποίο εκδόθηκε η ακυρούμενη ρητή απόφαση της Επιτροπής.

Αιρετός πρόεδρος κοινότητας που δεν έχει συμπληρώσει συνολική πραγματική υπηρεσία προέδρου και κοινοτικού συμβούλου είκοσι (20) ετών, εκ των οποίων μία πλήρη τετραετία αιρετού προέδρου, δεν δικαιούται μηνιαία χορηγία από το Δημόσιο, κατά τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 19 του ν.3513/2006. Ναι μεν με τις διατάξεις αυτές δεν προσδόθηκε συνταξιοδοτική συνέπεια στη θητεία όσων διετέλεσαν τοπικοί σύμβουλοι όπως σ’ αυτούς που διετέλεσαν κοινοτικοί σύμβουλοι, όμως η διαφορετική αυτή μεταχείριση είναι δικαιολογημένη, καθόσον ανταποκρίνεται προς τα πραγματικά δεδομένα των συγκεκριμένων ανόμοιων περιπτώσεων.

Ισότητα των φύλων. Άρθρα 4 και 116 παρ.2 Σ και 157 ΣυνθΛΕΕ. Οι διατάξεις του άρθρου 40 παρ. 5 περ. β΄ εδ. β΄ του Σ.Κ. είναι εφαρμοστέα, όσον αφορά την προσμέτρηση, και στους άνδρες στρατιωτικούς με τρία τουλάχιστον παιδιά που θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης, βάσει της διάταξης του άρθρου 6 παρ. 1β΄ του ν. 3865/2010, στο διπλάσιο του χρόνου υπηρεσίας τους σε μονάδες εκστρατείας ή τις λοιπές μονάδες και υπηρεσίες της παρ. 5 του άρθρου 40 του Σ.Κ., χωρίς τον πρόσθετο όρο της συμπλήρωσης 25ετούς πραγματικής υπηρεσίας, που προβλέπεται με το τρίτο εδάφιο μετά από την περ. γ΄ της ίδιας παραγράφου και που τίθεται, ανεπιτρέπτως κατά την αρχή της μη διάκρισης των δύο φύλων, μόνον σε βάρος των ανδρών (μειοψηφία).

Ειδικά μισθολόγια (Δ.Ε.Π. Α.Ε.Ι). Οι διατάξεις της περίπτ. 17 της υποπαραγράφου Γ.1. της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, με τις οποίες μειώθηκαν οι συντάξεις των συνταξιούχων μελών Δ.Ε.Π. των Α.Ε.Ι. λόγω μείωσης των αποδοχών των εν ενεργεία μελών Δ.Ε.Π. των Α.Ε.Ι. αντίκεινται προς τις συνταγματικές διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 5 και 25 παρ. 4 καθώς και την υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη του άρθρου 1 του (Πρώτου) Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ.

Αξιωματικοί του Λιμενικού Σώματος που αποστρατεύθηκαν, υπό το καθεστώς των διατάξεων του ν.δ.139/1969 (στο οποίο δεν προβλεπόταν κρίση αυτών ως ευδοκίμως τερματισάντων τη σταδιοδρομία τους) λόγω προαγωγής νεότερου τους στην Αρχηγία του Λιμενικού Σώματος, δεν δικαιούνται την πρόσθετη μισθολογική προαγωγή των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 2 του ν.2838/2000, οι οποίες εφαρμόζονται μόνο επί των αποστρατευθέντων ως ευδοκίμως τερματισάντων τη σταδιοδρομία τους αξιωματικών, χωρίς αυτό να αντίκειται στη διάταξη του άρθρου 4 παρ.1 του Συντάγματος, ούτε σε άλλες συνταγματικές διατάξεις και αρχές.

Ειδικά μισθολόγια (Ε.Σ.Υ.). Οι διατάξεις της περίπτ. 27 της υποπαραγράφου Γ.1. της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, με τις οποίες μειώθηκαν οι συντάξεις των συνταξιούχων ιατρών του Ε.Σ.Υ. λόγω μείωσης των αποδοχών των εν ενεργεία ιατρών του Ε.Σ.Υ. και μάλιστα αναδρομικά από 1.8.2012 αντίκεινται προς τις συνταγματικές διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 5 και 25 παρ. 4 καθώς και την υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη του άρθρου 1 του (Πρώτου) Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ.

Αντισυνταγματικότητα των διατάξεων των περιπτώσεων 13 και 14 της υποπαραγράφου Γ.1. της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν.4093/2012, με τις οποίες κατ’ εφαρμογή του άρθρου 9 του π.δ.169/2007 μειώθηκαν οι συντάξεις των συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών λόγω μείωσης των αποδοχών των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών και μάλιστα αναδρομικά από 1.8.2012, καθώς και η συναφής προς αυτές διάταξη της περίπτωσης 37 της ιδίας ως άνω υποπαραγράφου.

 

 

 

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Μείνετε συντονισμένοι για τα τελευταία νέα μας!