ΕΝΔΙΚΟ ΒΟΗΘΗΜΑ ΤΗΣ ΕΦΕΣΗΣ

Oριστικοποίηση συνταξιοδοτικών δεδομένων κατά την εφαρμογή της παρ. 5α του άρθρου 2 του ν.4151/2013 και ζητήμα εφαρμογής της αρχής δικαιολογημένης εμπιστοσύνης (κράτος δικαίου 25παρ.1Σ).Η μετά την άπρακτη πάροδο τριμήνου, κατά πλάσμα δικαίου, τεκμαιρόμενη σιωπηρή απόρριψη ένστασης που ασκήθηκε ενώπιον της Ε.Ε.Π.Κ.Σ. εξομοιώνεται με ρητή απορριπτική της ένστασης πράξη, με το χρονικό σημείο έναρξης της προθεσμίας άσκησης έφεσης κατ’ αυτής να είναι απολύτως προβλέψιμο και εξαρτώμενο όχι από τυχαία γεγονότα, αλλά από ενέργειες του ιδίου του δικαιούχου, καθότι προσδιορίζεται με βάση τον υπολογισμό της παρόδου τριμήνου από την υποβολή της ένστασης ενώπιον της Ε.Ε.Π.Κ.Σ.Σ. Σε περίπτωση που η προθεσμία άσκησης της έφεσης κατά της τεκμαιρόμενης μετά την πάροδο τριμήνου σιωπηρής απόρριψης της ένστασης είχε λήξει πριν από τη δημοσίευση του ν. 4151/2013 (29.4.2013), και τα συνταξιοδοτικά του δεδομένα οριστικοποιήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου, η υπόθεσή  δεν θεωρείται εκκρεμής ενώπιον της Ε.Ε.Π.Κ.Σ. ούτε εμπίπτουσα στις ρυθμίσεις της παρ. 5α του άρθρου 2 του ίδιου νόμου λόγω έλλειψης ρητής διάταξης που να επιτρέπει την επανάκριση οριστικώς περαιωθεισών συνταξιοδοτικών υποθέσεων. Δεν παραβιάζεται  η αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, όταν τυχόν συμπληρωματικά ή πληροφοριακά έγγραφα  κατατίθενται ή κοινοποιούνται αντιστοίχως  όταν έχει ήδη εκπνεύσει η προθεσμία άσκησης της έφεσης κατά της τεκμαιρόμενης μετά την πάροδο τριμήνου σιωπηρής απόρριψης της ένστασης .

Καταλογισμός υπολόγου. Μεταγενέστερη αθωωτική ποινική απόφαση. Η ρητή άρνηση της Διοίκησης να εξετάσει κατ’ ουσίαν το αίτημα του αναιρεσιβλήτου για επανεξέταση του γενομένου σε βάρος του καταλογισμού, ύστερα από αθωωτική ποινική απόφαση, στερείται εκτελεστού χαρακτήρα εφόσον το εκδόν όργανο δεν προέβη σε νέα κατ’ ουσίαν έρευνα της υπόθεσης. Η δε ασκηθείσα έφεση πρέπει, εξ αυτού του λόγου, να απορριφθεί ως απαράδεκτη.Εφόσον ο νόμος δεν ορίζει το αντίθετο, η διοίκηση δεν είχε υποχρέωση να εξετάσει τα υποβληθέντα νέα στοιχεία ούτε να ανακαλέσει την καταλογιστική της απόφαση, καθόσον είχε εκπνεύσει η προθεσμία προσβολής της προς ανάκληση καταλογιστικής. Η προσβληθείσα άρνηση της Διοίκησης είναι εντός των ορίων της διακριτικής ευχέρειας για ανάκληση της (αρχικής) καταλογιστικής απόφασης, χωρίς να πάσχει ακυρότητας και να γεννάται εξ αυτού ζήτημα αναπομπής της υπόθεσης στη διοίκηση, προκειμένου να εξετάσει το σχετικό αίτημα.Αντίθετη μειοψηφία – Τεκμήριο αθωότητας. Η καταλογίζουσα αρχή οφείλει να επιληφθεί εκ νέου της υπόθεσης, συνεκτιμώντας την αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου και να εκφέρει αιτιολογημένη κρίση ως προς την ουσία του αιτήματος του καταλογισθέντος για επανεξέταση της υπόθεσής του. Η σχετική δε παράλειψη ή άρνηση της διοίκησης συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη.

Έφεση – όρια ελέγχου της προσβαλλόμενης πράξης – αρχή μη χειροτέρευσης της θέσης του εκκαλούντος. Προϋποθέσεις συνταξιοδότησης – όριο ηλικίας. Συντάξιμη υπηρεσία. Εάν ο υπάλληλος καταδικασθεί αμετακλήτως για αδίκημα από τα περιοριστικώς μνημονευόμενα στο άρθρο 8 παρ. 1 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 2683/1999, Α΄ 19), η έκπτωση αυτού από την υπηρεσία επέρχεται αυτοδικαίως από τη χρονολογία που η καταδικαστική απόφαση κατέστη αμετάκλητη, κατά το χρονικό σημείο δε αυτό τερματίζεται, σε κάθε περίπτωση, η συντάξιμη υπηρεσία του​

H κατάργηση, με το άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 4488/2017, της περίπτωσης β΄ του άρθρου 62 του Συνταξιοδοτικού Κώδικα, συνεπαγόμενη την απόληψη από τον επίορκο, παρανομήσαντα σε βάρος του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και καταδικασθέντα υπάλληλο, σύνταξης του αυτού ύψους με τον ευόρκως υπηρετήσαντα υπάλληλο, αντίκειται στην προβλεπόμενη στην παρ. 1 του άρθρου 4 του Συντάγματος αρχή της ισότητας και στην απορρέουσα από αυτή αρχή της αξιοκρατίας, καθώς εξομοιώνει, κατά παραβίαση των αρχών αυτών, ανόμοιες καταστάσεις. Το Δικαστήριο δύναται να περιορίσει τη σύνταξη του επίορκου υπαλλήλου κατ’ εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας. Παραπομπή προδικαστικού ερωτήματος στην Ολομέλεια.

Στέρηση σύνταξης δυνάμει των άρθρων 62 και 64 του ΚΠΣΣ. Η προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 62 περ. β΄ του Συνταξιοδοτικού Κώδικα εφ’ όρου ζωής ολική στέρηση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, που επιβάλλεται αυτοδίκαια λόγω της αμετάκλητης ποινικής καταδίκης για συγκεκριμένα αδικήματα, συνιστά κύρωση η οποία δεν τελεί σε σχέση δίκαιης ισορροπίας προς τον επιδιωκόμενο με τη διάταξη αυτή σκοπό δημοσίου συμφέροντος, ούτε τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με αυτόν. Το Δικαστήριο ακυρώνει την πράξη κανονισμού σύνταξης στη σύζυγο του εκκαλούντος χωρίς να υποχρεούται να ορίσει τον κανονισμό στον εκκαλούντα μειωμένης σύνταξης κατ’ εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας (αντίθετη μειοψηφία).

Αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενες νομικές πλημμέλειες – στην έννοια της νομικής πλημμέλειας της προσβαλλόμενης πράξης, η οποία λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, εμπίπτει η μη διαπίστωση της συνδρομής των κατά νόμο αναγκαίων όρων για την έκδοση της πράξης – ακυρωτέα η προσβαλλόμενη πράξη λόγω εσφαλμένου προσδιορισμού της ημερομηνίας έκπτωσης του υπαλλήλου από την υπηρεσία.

Μη καταβολή του οικογενειακού επιδόματος του άρθρου 11 ν. 1505/1984 σε άνδρα πολιτικό συνταξιούχο για το λόγο ότι το επίδομα αυτό εισέπραττε η, πρώην δημόσιος υπάλληλος, σύζυγός του. Αντίκειται στα άρθρο 4 παρ. 1 και 21 παρ. 1 του Συντάγματος η καθιέρωση διακρίσεων μεταξύ υπαλλήλων που βρίσκονται στην ίδια οικογενειακή κατάσταση για τη λήψη του επιδόματος βάσει ειδικών προϋποθέσεων που δεν συνδέονται με την παρεχόμενη από αυτούς εργασία, αλλά, είτε με την παροχή ή όχι εργασίας του συζύγου του υπαλλήλου, είτε με το καθεστώς εργασίας του τελευταίου στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα – το άρθρο 21 παρ. 1 του Συντάγματος αντιλαμβάνεται ως ισότιμη τη συμμετοχή των συζύγων στη δημιουργία της οικογένειας.

Άρθρο 11 του Συνταξιοδοτικού Κώδικα. Ο χρόνος κατά τον οποίο ο υπάλληλος διετέλεσε νόμιμα σε κατάσταση αργίας, κατόπιν άσκησης ποινικής δίωξης για αδίκημα που δύναται να επιφέρει την έκπτωσή του από την υπηρεσία, δεν θεωρείται συντάξιμος και δεν λαμβάνεται υπόψη κατά τον υπολογισμό της συνολικής συντάξιμης υπηρεσίας του, υπό την προϋπόθεση ότι δεν επακολούθησε η αθώωσή του, η δε απονομή χάριτος ενεργεί μόνο για το μέλλον και δεν επηρεάζει την εγκυρότητα και νομιμότητα της θέσης σε αργία.

Κατάργηση της ΕΕΠΚΣ. Στην κανονιστική εμβέλεια της μεταβατικής διάταξης της παρ.5α του άρθρου 2 του ν. 4151/2013 εμπίπτουν οι υποθέσεις τα συνταξιοδοτικά δεδομένα των οποίων δεν έχουν οριστικοποιηθεί κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού. Η αποστολή ενημερωτικού εγγράφου από το ΓΛΚ για τις θεωρούμενες ως σιωπηρώς απορριφθείσες «εκκρεμείς» ενώπιον της καταργηθείσας ΕΕΠΚΣ ενστάσεις, δεν μπορεί να αναβιώσει την προθεσμία άσκησης έφεσης.

Έφεση κατά τεκμαιρόμενη αρνητικής απάντησης Α΄ Κλιμακίου. Απαραδέκτως ασκείται. Α΄ Κλιμακίου συνιστά δικαστικό σχηματισμό, ο οποίος εκδίδει δικαστικές πράξεις δικαιοδοτικής φύσης

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Μείνετε συντονισμένοι για τα τελευταία νέα μας!